Ιστορίες της παρέας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”14387″ img_size=”full”][vc_column_text]Γράφει ο Θανάσης Χαϊκάλης
Τούτες τις όμορφες μέρες του Ιούλη, με εξαίρεση το Κυριακάτικο μπουρίνι, η ανύπαρκτη παρέα κάποιων φίλων ανδρώθηκε πάλι στο Κατάκολο.
Ο Γιώργος κι ο Νίκος, Ο Νίκος κι ο Γιώργος με την προσθήκη του Σπύρου, φίλοι και συμμαθητές απ’ τα παλιά, άνθρωποι του ωραίου Κατάκολου, ήρθαν να ταράξουν τα νερά της λιμνάζουσας παρέας.
Και τι εστί παλιό Κατάκολο ρε φίλε;
Είναι το χωριό της παρέας, της καλημέρας, του αστείου και δυναμικού καλαμπουριού που έχει πεθάνει προ πολλού στο Κατάκολο.
Το πέθαναν οι συνθήκες της ζωής και ο μαρασμός του λιμανιού που κάποιοι το θέλησαν ή και το επεδίωξαν με τον τρόπο τους.
Έχουμε μείνει λίγοι αλλά δεν χρειάζεται να σκαλίσουμε πολύ τη μνήμη μας. Ακόμα ακούμε τις μηχανές από τα 4 εργοστάσια που δούλευαν. Νωπές είναι στη μνήμη μας οι φωνές των ανθρώπων της δουλειάς των 6 ή 7 ή 8 σωματείων που κάλυπταν το εργατικό δυναμικό του χωριού.
Μπροστά μας είναι τα γεμάτα καφενεία πριν τη δουλειά το πρωί και της όποιας ξεκούρασης απολάμβαναν το βραδάκι.
Λείπουν πια και δεν θα ξαναγυρίσουν τα στέκια της χαράς, του κεφιού, του καλαμπουριού και της χαλαρότητας.
Που είναι σήμερα; Έσβησαν, χάθηκαν και δεν πρόκειται να ξαναγίνουν. Απλά γιατί δεν πρόκειται να ξαναϋπάρξουν οι άνθρωποι εκείνοι που δημιούργησαν αυτή τη ζωή.
Τούτη η μικρή παρέα, με λίγο κρασί, ένα καφέ με μεζέ ή όχι έφερε και πάλι στην επιφάνεια ένα μέρος της ξεχασμένης ζωής μας.
Φέραμε την κουβέντα εκεί που θέλαμε χωρίς να το καταλάβουμε.
Στη νοσταλγία, στην αγάπη, στο σεβασμό αλλά και στους θεσμούς που λειτουργούσαν.
Σκέψεις, ιδέες, αναφορές σε πρόσωπα και καταστάσεις πέρασαν από μπροστά μας σαν μια όμορφη ταινία κινουμένων σχεδίων. Δεν μιλούσαν οι πρωταγωνιστές. Μιλούσαμε εμείς γι’ αυτούς και ίσως να είπαμε κάτι παραπάνω απ’ αυτούς που έζησαν και δημιούργησαν αυτές τις ιστορίες, αυτά τα αστεία, αυτές τις ιδιαίτερες στιγμές.
Υπήρχαν όμως και μερικοί που πέρασαν από μπροστά μας και μας γέμισαν θλίψη.
Δεν αντέδρασαν στα λεγόμενά μας, δεν διέψευσαν τα επιχειρήματά μας ούτε αρνήθηκαν να πουν την άποψή τους. Μίλησαν με την απουσία τους και η θύμησή τους έφερε σιωπή.
Δεν χρειάστηκε να γίνει κανένα προσκλητήριο και καμία ονομαστική αναφορά.
Είναι όλοι αυτοί που έφτιαξαν και λείπουν. Αυτοί που με το βάρος των χρόνων και της κουρασμένης μέσης, θ’ αντλούσαν δύναμη και θάρρος από τα βάθη των χρόνων και θα ξυλοφόρτωναν ή θα πέταγαν στη θάλασσα των αγώνων, όλους εκείνους που σήμερα κοκορεύονται για κάποιες ανύπαρκτες επιτυχίες.
Με μια βρεγμένη σανίδα για να πονά περισσότερο, θα έστελναν κάποιους πρώτα να δουλέψουν και ύστερα να προσποιηθούν τους επιτυχημένους παράγοντες και ανθρώπους του μόχθου.
Αλλά το χθες θα ξανάρθει γι αυτούς που το θέλουν, το επιδιώκουν και το επιθυμούν για να γίνει βρόγχος σε ορισμένους που θα ακούν και δεν θα μπορούν να πιστέψουν στ’ αυτιά τους.
Γιατί η αναφορά στους γονείς, τους συγγενείς, τους φίλους και στους ανθρώπους του χωριού μας που άφησαν τη σφραγίδα τους στη μικρή μας κοινωνία, θα συνεχισθεί, όσο
υπάρχουν άνθρωποι, όσο υπάρχει παρέα.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]