Διονύσης Καλαματιανός: «Να διαλευκανθεί πλήρως το σκάνδαλο των υποκλοπών»
Σημεία από τη συνέντευξη του Διονύση-Χαράλαμπου Καλαματιανού, Βουλευτή Ηλείας, Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου και Τομεάρχη Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, στη «Μακεδονία της Κυριακής».
Για τις εξελίξεις στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, τόνισε:
«Το σκάνδαλο των υποκλοπών και των παράνομων παρακολουθήσεων βρίσκεται και πάλι στο προσκήνιο. Πρόκειται για ένα σοβαρότατο ζήτημα που συνιστά πλήγμα στο κράτος δικαίου και στη δημοκρατία. Από την αρχή είχαμε καταγγείλει την κυβέρνηση για προσπάθεια συγκάλυψης, ενώ την είδαμε να παρεμβαίνει και νομοθετικά ώστε να αφαιρέσει τη δυνατότητα όλων όσων έχουν παρακολουθηθεί, να μάθουν τους λόγους που έγινε αυτό. Σε ότι αφορά το πόρισμα του Αρείου Πάγου να τεθεί στο αρχείο η δικογραφία για την υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ως προς την ΕΥΠ, πιστεύουμε ότι τέτοιες αποφάσεις κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαιοσύνη. Κατά τη γνώμη μας, χρειάζεται να αποσαφηνιστούν με ξεκάθαρο τρόπο ορισμένα κρίσιμα και -παράλληλα- θολά σημεία. Ειδικότερα, προέκυψε ότι το 1/3 των στόχων του Predator είχε βρεθεί στο στόχαστρο και της ΕΥΠ. Είναι δυνατόν να πρόκειται για συμπτώσεις; Προφανώς, αυτό το δεδομένο δείχνει ότι υπήρχε ενιαίο κέντρο παρακολουθήσεων. Μάλιστα, θυμόμαστε ότι ένας από τους πρώτους νόμους της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν να περάσει η ευθύνη και η εποπτεία της ΕΥΠ στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Περαιτέρω, γιατί δεν διερευνήθηκε ο έλεγχος και στους παρόχους κινητής τηλεφωνίας που θα μπορούσαν να παρέχουν περισσότερα στοιχεία; Επιπλέον, συνέτρεχαν λόγοι εθνικής ασφάλειας ή τέλεσης κακουργηματικών πράξεων που να αιτιολογούν τις παρακολουθήσεις υπουργών, αρχηγού στρατού, δημοσιογράφων, αρχηγού κόμματος κλπ; Γιατί θύματα, μάρτυρες ακόμα και υπάλληλοι των εταιρειών που σχετίζονται με τις υποκλοπές δεν κλήθηκαν από τη δικαιοσύνη; Υπήρξε πρόσβαση στον φυσικό φάκελο του κάθε παρακολουθούμενου στην ΕΥΠ; Γιατί παραπέμφθηκαν μόνο για πλημμέλημα ιδιώτες επιχειρηματίες; Δεν είναι κακούργημα η κατασκοπία και η σύσταση εγκληματικής οργάνωσης; Οι επιχειρηματίες, για προσωπικό ενδιαφέρον παρακολουθούσαν την ηγεσία του στρατεύματος, υπουργούς, πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης, δημοσιογράφους κ.α.; Τι ήθελαν να μάθουν; Ποιος έδωσε εντολή παρακολούθησης; Όλα αυτά είναι εξαιρετικής σημασίας ζητήματα για τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα συνεχίσει να ζητάει απαντήσεις, ώστε να βγουν τα πάντα στο φως και να αποδοθούν ευθύνες για το τεράστιο σκάνδαλο των υποκλοπών.»
Για την κατάσταση που επικρατεί στην καθημερινότητα των πολιτών, επισήμανε:
«Η κοινωνία έχει πολλά προβλήματα με την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια να εξανεμίζουν το εισόδημα, τον μισθό και τη σύνταξη, υπάρχει φτωχοποίηση, το κόστος στέγασης είναι τεράστιο, τα νοσοκομεία μας σε κατάρρευση και ασθενείς δεν μπορούν να βρουν γιατρό. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ παράγει πολιτική και έχει αποτελεσματικές προτάσεις. Έχουμε καταθέσει προτάσεις νόμου για την ακρίβεια, για το φορολογικό, για να υπάρχουν κίνητρα ώστε να επιτευχθεί η στελέχωση των Κέντρων Υγείας σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές της χώρας μας και να ενισχυθούν τα σχολεία μειονεκτικών περιοχών. Εμείς συνεχίζουμε, εστιάζοντας στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας, αναδεικνύοντας και προτείνοντας ρεαλιστικές λύσεις υπέρ της κοινωνικής πλειοψηφίας.»
Για την ανάγκη συνεννόησης και συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων, ανέφερε:
«Ο κατακερματισμός των προοδευτικών δυνάμεων δεν οδηγεί πουθενά, παρά μόνο δίνει οξυγόνο και παράταση ζωής στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Και αυτό οι πολίτες το έδειξαν με την ψήφο τους στις πρόσφατες ευρωεκλογές. Αποτελεί, λοιπόν, ευθύνη μας να υπάρξει μια προοδευτική συνεργασία σε κοινωνική, προγραμματική και εκλογική βάση προς όφελος του ελληνικού λαού. Το παράδειγμα της Γαλλίας, όπου οι προοδευτικές δυνάμεις συνεργάστηκαν και είχαν θετικό εκλογικό αποτέλεσμα, είναι δυνατό και αποτελεί σηματοδότη και για τη χώρα μας. Σίγουρα δεν πρόκειται για μια εύκολη διαδικασία, καθότι απαιτεί να παραμεριστούν πολιτικοί εγωισμοί και λογικές κομματικών περιχαρακώσεων. Δεν είναι εύκολο, όμως χρειάζεται να προσπαθήσουμε για να βρεθούν κοινά σημεία επαφής και να αναπτυχθούν σχέσεις εμπιστοσύνης. Είναι κάτι που πρέπει να γίνει και οφείλουμε να βρούμε τον τρόπο να το κάνουμε.»