Αργοσβήνει η «μαυρομάτα» της Ηλείας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”36663″ img_size=”full”][vc_column_text]Με επτά στρέμματα το ‘60 έχτιζαν σπίτια, τώρα «οι γιοι της σταφίδας» κρατούν απλά την κληρονομιά
Η κορινθιακή σταφίδα, ο επονοµαζόµενος «µαύρος χρυσός» της αγροτικής οικονοµίας, το προϊόν που στήριξε όσο κανένα άλλο την οικονοµία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και σηµάδεψε την οικιστική και πολιτιστική παράδοση της Ηλείας, αλλά και ολόκληρης της Πελοποννήσου , φαίνεται πως σήµερα δοκιµάζει τις αντοχές της. Πρέπει να τη διαφυλάξουµε
«Ο πατέρας µου τη δεκαετία του ‘60 µε 7 στρέµµατα σταφίδα κατάφερε να ζήσει την οικογένειά του. Εγώ σήµερα µε 20 στρέµµατα δεν τα καταφέρνω το ίδιο καλά» αναφέρει ο Γιώργος Αγγελακόπουλος, σταφιδοπαραγωγός από το Μουζάκι Ηλείας.
Ο κ. Αγγελακόπουλος έχει τελειώσει ήδη µε το µάζεµα της σταφίδας, την έχει απλώσει και περιµένει να την ξεράνει ο ήλιος. «Πέρσι στις 23 Αυγούστου ξεκινούσα τον τρύγο και φέτος στις 23 του µηνός έχω ήδη τελειώσει. Η σταφίδα µας ήταν τόσο πρώιµη λόγω της ξηρασίας. Αυτό µας βοηθά, καθώς όσο πιο αργά τη συγκοµίσουµε, τόσο παρατείνεται ο χρόνος παραµονής της στο χωράφι, ειδικά το Σεπτέµβρη που οι θερµοκρασίες πέφτουν.
Ποιοτικά, µπορώ να πω ότι φέτος τρυγήσαµε την καλύτερη σταφίδα της δεκαετίας αλλά ποσοτικά µείναµε πολύ χαµηλά. Τα νερά ήταν λίγα. Είχε να βρέξει από το Μάρτιο και έβρεξε πάλι λίγο τον Ιούλιο. Σε κάποια κτήµατα η απώλεια έφτασε το 50-70%».
Η µειωµένη φετινή παραγωγή αλλά και η αύξηση της ζήτησης από το εξωτερικό, σύµφωνα µε τον κ. Αγγελακόπουλο αύξησαν κατά τι τις τιµές. «Οι τιµές που “ακούγονται” από τους εµπόρους είναι καλύτερες σε σχέση µε πέρσι. Πιο απλά, η τιµή θα κυµανθεί από 1-1,10 ευρώ το κιλό, έναντι του 0,90-1,05 ευρώ πέρσι».
Παρά τις δυσκολίες, ο παραγωγός από το Μουζάκι φαίνεται πως ακόµη πιστεύει στην αξία του µαύρου καρπού που βγάζει τόσα χρόνια ο τόπος του. «Πρέπει να διατηρηθεί η καλλιέργεια στην περιοχή, καθώς πρόκειται για ένα προϊόν µοναδικό, αλλά χρειάζεται στήριξη σε συλλογικό επίπεδο», αναφέρει ο ίδιος και συνεχίζει: «Ήταν πάγια τακτική της Συνεταιριστικής Κορινθιακής Σταφίδας (ΣΚΟΣ) να δίνει µία τιµή βάσης απ’ όπου ξεκινούσαν οι έµποροι. Πέρσι και φέτος δεν έχει δώσει τιµή και οι έµποροι λένε “ότι ακουστεί…”. Η τιµή βάσης έδινε µία ασφάλεια στους παραγωγούς, ξέραµε από πού ξεκινούσαµε».
Περαιτέρω, αυτή η επισφάλεια λειτουργεί αρνητικά στις επενδύσεις που µπορούν να κάνουν οι παραγωγοί, σύµφωνα µε τον κ. Αγγελακόπουλο: «Έχοντας άγνοια για το τι µας περιµένει την επόµενη χρονιά, προσπαθούµε να µειώσουµε από παντού το κόστος, ακόµη και από τη φυτοπροστασία».
Χωρίς επιδοτήσεις δεν θα υπήρχε σταφίδα
«Αν δεν υπήρχαν επιδοτήσεις δεν θα υφίσταται η σταφίδα», αυτή είναι η προσωπική εκτίµηση που καταθέτει ο κ. Αγγελακόπουλος. Πρόκειται άλλωστε µία καλλιέργεια µε πολύ αυξηµένο κόστος παραγωγής και πολλές φροντίδες καθώς οι παθογόνοι εχθροί της συνεχώς αυξάνονται.
Όσον αφορά τα στρέµµατα, η τάση από το 1999 και µετά είναι να µειώνονται στην ευρύτερη περιοχή. Ο κ. Αγγελακόπουλος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι από τα 450 στρέµµατα το 1999 φτάσαµε τα 200 το 2017. «Σε αυτή την τάση έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι οι αγρότες µεγαλύτερης ηλικίας δεν µπήκαν στη διαδικασία να προχωρήσουν σε αναµπελώσεις» συµπληρώνει ο ίδιος.
Χωρίς προβλήµα µετά το Brexit
Η Κορινθιακή σταφίδα συνεχίζει να είναι ένα καθαρά εξαγωγικό προϊόν. Η ΕΕ καταναλώνει ετησίως περίπου 250.000-280.000 τόνους σταφίδας (Κορινθιακή και Σουλτανίνα) και αποτελεί τον κύριο αποδέκτη της ελληνικής µαύρης σταφίδας. Το µεγαλύτερο µέρος της τελευταίας διακινείται στη Μ.Βρετανία, όπου χρησιµοποιείται στην παρασκευή µπισκότων και κέικ και άλλων προϊόντων. Είναι γεγονός ότι το Brexit δηµιούργησε µία αναστάτωση στον κλάδο αν και ακόµη δεν καταγράφονται προβλήµατα. «Η Αγγλία είναι ο βασικότερος πελάτης. Σε πρώτη φάση η απώλεια της ισοτιµίας δεν θα είναι πολύ αρνητική» επισήµανε σε ενηµερωτική εκδήλωση, ο πρόεδρος της ΣΚΟΣ, Θανάσης Σωτηρόπουλος.
Όσοι την κρατούν, µετά κερδίζουν
Καλύτερες είναι οι τιµές για όσους µπορούν να αποθηκεύσουν τη σταφίδα για να τη διαθέσουν στην αγορά κάποιους µήνες αργότερα. «Το Μάρτη και τον Απρίλη οι παραγωγοί πήραν 1,50 ευρώ το κιλό, αλλά αυτό απαιτεί αποθηκευτικούς χώρους που εδώ στην Κουνινά διαθέτουν ελαχιστοι», αναφέρει ο παραγωγός Ιωάννης Παπαγεωργίου. Πέρα από τις υποδοµές, ο Γ. Αγγελακόπουλος από το Μουζάκι Ηλείας παρουσιάζει ως τροχοπέδη την ανάγκη ρευστότητας: «Φυσικά, όσοι µπόρεσαν να κρατήσουν το περσινό προϊόν πέτυχαν καλύτερες τιµές. Αλλά αυτό δεν µπορούν να το κάνουν όλοι, γιατί οι περισσότεροι χρειάζονται άµεση ρευστότητα».[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]