Αντίο φίλε
Για τον Κώστα Λιατσή
Θα σου μιλήσω για τα χρόνια της νιότης μας. Για χρόνια δύσκολα, αδιέξοδα, σε μια χώρα παγωμένη και ανήσυχη. Για χρόνια που προσπαθούσαμε να δραπετεύσουμε με τη φαντασία και το όνειρο. Με το πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι να μετράμε τις μέρες και τις Κυριακές. Άρχισε πάλι να βρέχει. Περιμένουμε την Άνοιξη, να στολιστούν οι Επιτάφιοι, να βγούμε στο σεργιάνι Μ. Πέμπτη απόγευμα, ν ανταλλάξουμε κρυφές ματιές με τα κορίτσια. Βιολέτες και τριαντάφυλλα. Βόλτα στην Αγία Παρασκευή στις πορτοκαλιές. Και σινεμά το Σαββατόβραδο, με ένα εισιτήριο δύο έργα και το πηλίκιο διπλωμένο. Σχέδια για τη σχεδία που θα μας έβγαζε στη Ζάκυνθο, σκασιαρχείο στη Σπιάτζα και στη λίμνη με τα μονόξυλα. Εκδρομή στη Ζάκυνθο, να κυνηγάμε ανεμόμυλους. Οι καιροί ν αλλάζουν, δίχως να κοιτάζουν τη δική μας μελαγχολία. Εσύ στην Ε.Ρ.Ε. κι εγώ κρυφο – Λαμπράκης, ν’ αντιδικούμε χωρίς κακία, χωρίς μίσος. Και μαζί ο Γιώργος, ο Χρίστος, ο Μάκης (Τηλέμαχος), ο Σταύρος (θυμάσαι το Σταύρο που έφυγε νωρίς), ο Άγγελος. Κι ύστερα η δικτατορία. Λίγοι ξέρουν πως τρέξαμε μαζί στους δρόμους της Αθήνας , για να ξεφύγουμε από το χαφιέ που μας ακολουθούσε. Και πως ερχόσουν στις παρέες μας, αψηφώντας τον κίνδυνο. Και μετά η Λιάνα.
Τώρα που ξεθώριασαν οι σημαίες μας, τώρα που η πραγματική ζωή αποκτάει τις αληθινές της διαστάσεις και τα μεγάλα λόγια τέλειωσαν, θα σ ‘αποχαιρετήσω όσο πιο απλά μπορώ. Θα αποχαιρετήσω τον καλό φίλο, τον καλό σύζυγο, τον καλό πατέρα, τον καλό δάσκαλο. Θα αποχαιρετήσω τον καλό άνθρωπο. Αντίο φίλε. Άρχισε πάλι να βρέχει.
Μάκης Παρασκευόπουλος