Αναζητώντας τη μεσαιωνική Γλαρέντζα: Μια πράσινη πολιτιστική διαδρομή με ιστορική ταυτότητα
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”28416″ img_size=”full”][vc_column_text]Άρθρο της Πουλχερίας Γεωργιοπούλου
«Στάθηκα σ΄ένα γοτθικό παραθύρι και κοίταζα τον κάμπο της Γλαρέντζας ν΄απλώνεται όλο γαλήνη και γονιμότητα, και γύρα του τη θάλασσα ν΄αχνίζει. Και πέρα έλαμπαν τα θεία νησιά: η Ζάκυνθος, η Κεφαλλονιά, κι αχνά σαν όραμα από γαλάζο φως, η Ιθάκη» Νίκος Καζαντζάκης
Με πολυπληθή συμμετοχή πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 28 Μαΐου 2017 η πεζοπορία-περιήγηση στη μεσαιωνική πόλη της Γλαρέντζας.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του εορτασμού των Πράσινων Πολιτιστικών Διαδρομών όπου συμμετείχε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηλείας με υπεύθυνη την κ. Αθανασία Ράλλη αρχαιολόγο.
Με την επιστημονική της κατάρτιση, την αναφορά στις ιστορικές πηγές αλλά και τις λογοτεχνικές αναφορές στην Γλαρέντζα ζωντάνεψε η κ. Ράλλη την αλλοτινή σπουδαιότητα του πόρτου, καθώς σήμερα η πόλη της Γλαρέντζας σώζεται σε ερειπιώδη κατάσταση και συνιστά έναν ιδιόμορφο ”ανοικτό” αρχαιολογικό χώρο, όπου οι ορατές αρχαιότητες βρίσκονται διασκορπισμένες, χωρίς περιφράξεις, ανάμεσα σε καλλιεργούμενες ιδιοκτησίες (ελαιώνες).
Η Γλαρέντζα ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο στα μέσα του 13ου αι. και ήταν το επίνειο της πρωτεύουσας της ηγεμονίας Ανδραβίδας, και αποτελεί μέρος μιας αδιάσπαστης ενότητας που περιλαμβάνει και το Χλουμούτζι το οποίο εκτός από πριγκιπική κατοικία ήταν το κύριο φρούριο άμυνας της ευρύτερης περιοχής.
Η καστροπολιτεία της Γλαρέντζας αναδείχτηκε πολύ γρήγορα ως το σημαντικότερο οικονομικό και αστικό κέντρο του πριγκιπάτου με διεθνή ακτινοβολία.
Από τις γραπτές πηγές πληροφορούμαστε ότι από το λιμάνι της περνάει το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο με τη Δυτική Ευρώπη, ενώ διαθέτει και βιοτεχνική δραστηριότητα.
Διέθετε νοσοκομείο, τράπεζες, και κτήρια για την εξυπηρέτηση των ναυτιλλομένων. Συνεδριάσεις των Φράγκων ηγεμόνων γίνονταν στο μεγάλο ναό του Αγίου Φραγκίσκου, ενώ ο πρίγκιπας διέθετε κατοικία στην πόλη.
Αποκτά δικά της μέτρα και σταθμά, ενώ το 1267 ο Γουλιέλμος εγκαθιστά νομισματοκοπείο με άδεια του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου Θ΄, το οποίο κόβει deniers tournois μέχρι το 1353.
Μετά το θάνατο του Γουλιέλμου θα αρχίσει σταδιακά η αποσύνθεση του πριγκιπάτου, η Γλαρέντζα χάνει το ρόλο της και μένει απροστάτευτη.
Καταλαμβάνεται και λεηλατείται αρκετές φορές, και στο Χρονικό των Τόκκο περιγράφεται γλαφυρά ο πλούτος που έκρυβε η Γλαρέντζα:
“Η χώρα ήτον έμορφη, τα σπίτια πλουτισμένα,
άρχοντες είχεν δυνατούς, πλούσιους υπερμέτρου,
πραγματευτάδες πλούσιους, μεγάλους και εντίμους.
Τίς δύναται να εξηγηθή τα πράγματα, τα πλούτη,
Τα ρούχα, τα φορέματα της χώρας της Γλαρέντζας“.
Όταν το βυζαντινό Δεσποτάτο του Μυστρά ισχυροποιεί τη θέση του στο Μοριά, το 1427 η πόλη πολιορκείται από τον Ιωάννη Η΄Παλαιολόγο και το 1428 παραχωρείται από τον Κάρολο Τόκκο στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο ως προίκα της ανηψιάς του Μαγδαληνής.
Το 1430 καταλαμβάνεται από τους Καταλανούς που την πωλούν πάλι στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.
Ο τελευταίος το 1431 γκρεμίζει τα τείχη της για να αποτρέψει νέα κατάληψη.
Το τέλος της αυτοκρατορίας όμως είναι κοντά, η περιοχή παραδίδεται στους Οθωμανούς και από την Γλαρέντζα δεν απομένει παρά μόνο ο θρύλος της.
Στα νεότερα χρόνια η Μικρασιατική Καταστροφή φέρνει στην περιοχή πρόσφυγες (Κάτω Παναγιά) στους οποίους διανέμεται για καλλιέργεια και ο αρχαιολογικός χώρος. Εξαίρεση στη διανομή αποτέλεσαν τα σημεία με τα ορατά τμήματα ερειπίων, που δεν ήταν δυνατόν να καλλιεργηθούν. Ανάμεσα στα ερείπια ήταν τα τείχη και ένας μεγάλος ναός.
Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο του 1940 η Γλαρέντζα υπέστη ένα ακόμη καίριο πλήγμα.
Τα κατοχικά στρατεύματα για να εμποδίσουν την αντιστασιακή δράση των Ελλήνων ανατίναξαν κάθε ιστάμενο τοίχο.
Στα τέλη του 20ου αι. η 6η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων ξεκινάει ερευνητικές εργασίες και, με τις πιστώσεις του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, καταρτίζει και υλοποιεί ένα ολοκληρωμένο επέμβασης στο χώρο.
Παράλληλα η Φινλανδική Αρχαιολογική Σχολή Εναλίων αρχαιοτήτων πραγματοποιεί έρευνες τα αποτελέσματα των οποίων ανακοινώνονται κάθε χρόνο.
”Του πρίγκιπα ήτον το σκαμνί η χώρα η Γλαρέντζα” (Χρονικό των Τόκκο)
Η μεσαιωνική πόλη διέθετε τρεις μεγαλόπρεπες πύλες (έχουν εντοπιστεί οι δυο). Η ανατολική “της Ανδραβίδας” ενισχυόταν με πύργο και σώζεται το λιθόκτιστο γεφύρι πάνω από την τάφρο.
Μπορεί κάποιος να φανταστεί την αιματηρή σκηνή που περιγράφεται στο Αραγωνικό Χρονικό και αναφέρει ότι, το κομμένο κεφάλι του Καταλανού Ινφάντη Φερδινάνδου συζύγου της νεαρής Ισαβέλλας κόρης της Μαργαρίτας Βιλλεαρδουίνης εκτέθηκε στην ”πύλη της Γλαρέντσας” .
Ο Ινφάντης Φερδινάνδος είχε καταλάβει την πόλη αλλά έχασε τη ζωή του το 1316 στη μάχη που έγινε ανάμεσα στις σημερινές κωμοπόλεις Βάρδα-Λάππα όταν συγκρούστηκε με το στρατό της εξαδέλφης της συζύγου του Ματθίλδης κόρης της Ισαβέλλας Βιλλεαρδουίνης.
Στον εντυπωσιακό σε μέγεθος γοτθικό ναό του Αγίου Φραγκίσκου ανεσκάφησαν εσωτερικά δεκάδες ταφές και βρέθηκαν νομίσματα, κεραμικά και εξαρτήματα της ενδυμασίας των νεκρών.
Σε τάφο εξωτερικά του ναού υπάρχει οστεοφυλάκιο που δείχνει ταφή περισσότερων του ενός προσώπων.
Εντυπωσιακή είναι η τοιχογραφία τάφου στην οποία φαίνεται η εικόνα έφιππου στρατιωτικού αγίου.
Τα εκθέματα των ανασκαφών μπορούν οι επισκέπτες να θαυμάσουν στο μουσείο που βρίσκεται στο κάστρο Χλεμούτσι.
Στο ναό γίνονταν οι συνελεύσεις των Φράγκων ηγεμόνων.
Εκεί μπροστά στη Μεγάλη Κούρτη στάθηκε η αδικημένη κληρονόμος του δουκάτου της Αθήνας, μετά το θάνατο του Γκυ Β΄Ντελαρός Εσκίβη:
“Άκουσε την απόφαση με φανερή ταραχή. Στάθηκε στην εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου στη Γλαρέντσα και παρακάλεσε το Θεό να τιμωρήσει όχι μόνο τον αντίδικό της, αλλά και τους δικαστές, για την αδικία που της έκαναν. Στη συνέχεια τους καταράστηκε να μείνουν χωρίς παιδιά και κληρονόμους”.
Η δίκη όμως που έμεινε ιστορική, και έγινε στον ιστορικό ναό των μινωριτών, ήταν η τέταρτη ανάκραξη της ντάμας Μαργαρίτας του Πασσαβά όπου διεκδίκησε την κληρονομιά της που είχε παρακρατήσει ο πρίγκιπας Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος επικαλούμενος τα Συνήθεια το φεουδαλικό δίκαιο δηλαδή.
Στο πιο οχυρό σημείο στα δυτικά, βρίσκεται ένα κατεδαφισμένο σήμερα μικρό φρούριο, το οποίο αποτελεί μια αυτόνομη ενότητα μέσα στην πόλη (ένα φρούριο μέσα στο φρούριο-όπως ακριβώς υπάρχει στο Χλεμούτσι) και βρισκόταν η πριγκιπική κατοικία.
Την εικόνα του φρουρίου και την δραστηριότητα των κτητόρων μπορούμε να την ανασυνθέσουμε πάλι με τη βοήθεια της λογοτεχνίας, την “Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ” του Τερζάκη αλλά και ιστορικών περιγραφών για το περιστατικό ανάμεσα στον Φίλιππο της Σαβοΐας τρίτο σύζυγο της Ισαβέλλας και τον γενναίο πρωτοστράτορα Νικόλα Γ΄ντε Σαιντομέρ.
Με 400 άνδρες έφτασε στην πλατεία της Γλαρέντζας μπροστά στο παλάτι ο Σαιντομέρ και μπαίνει στο δωμάτιο του πρίγκιπα και του ζητά εξηγήσεις για τον εκβιασμό και την καταστρατήγηση του θεσμού των ”Συνηθείων” σε βάρος του λίζιου Βενιαμίν, λογοθέτη της Καλαμάτας .
Δεν διστάζει να τραβήξει το σπαθί του στην ειρωνική απάντηση του Φίλιππου ενώ παράλληλα καθησυχάζει τον τρόμο της Ισαβέλλας που ήταν παρούσα στη σκηνή.
Ένας από τους στόχους της φιλοσοφίας των “Πράσινων Πολιτιστικών Διαδρομών” είναι η ευαισθητοποίηση του κοινού στο σεβασμό και την κατανόηση των διαφορετικών πολιτισμών.
Με αφορμή την εξαιρετική προσέγγιση από την κ. Ράλλη της μεσαιωνικής ιστορίας του τόπου μας και ιδιαίτερα μιας συναισθηματικά φορτισμένης περιόδου που προσδιορίζεται ανάμεσα στις δυο μεγάλες καταστροφές της Βασιλεύουσας αυτή του 1204 και την άλλη του 1453 δεν μπορεί παρά να προκύψει μια υγιής αναζήτηση. Πηγές μέσα από τις οποίες μπορεί κάποιος να αντλήσει πληροφορίες.
Ένα ρομαντικό δράμα που για διακόσια πενήντα χρόνια είχε μοναδική του σκηνή την Ελλάδα πρέπει να το δει κάποιος μέσα από την κίνηση της εποχής συνολικά.
Δίπλα σε ένα ύπουλο πάπα, ένα πολυμήχανο δόγη κι ένα φιλόδοξο μαρκήσιο στέκεται ένα τσούρμο τυχοδιοκτών ιπποτών Βουργουνδίων, Φλαμανδών, Λομβαρδών, Γερμανών, Καταλάνων, Ναβαρραίων, Φλωρεντίνων, Βενετσιάνων, Γενοβέζων.
Τις παραμονές της φράγκικης κατάκτησης η Ελλάδα παρουσίαζε ένα θέαμα χώρας πιεζόμενης από την κεντρική κυβέρνηση και σπαρασσόμενη απ΄τις διαμάχες της τοπικής αριστοκρατίας.
Τα ήθη των τοπικών αρχόντων δεν ήταν λιγότερο άγρια από τα ήθη των δυτικών βαρόνων αυτής της περιόδου αναφέρει ο W. Miller.
Οι βυζαντινοί στρατιωτικοί που στέλνονταν στην Ελλάδα, θεωρούσαν αυτή την κλασσική χώρα, κατά τα λεγόμενα του Νικήτα Χωνιάτη σαν “χώρον μυχαίτατον”, δηλαδή δυσάρεστο τόπο εξορίας.
Οι Σταυροφόροι θα φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον Αλέξιο Δ΄ Άγγελο για να τον βοηθήσουν στις επιδιώξεις του, την ενίσχυσή του απέναντι στους αντιπάλους του και την κατάκτηση του θρόνου.
Ο Γοδοφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος το 1204 έθεσε το ξίφος του στη διάθεση έλληνα προδότη και η επιτυχία έστεψε τα όπλα αυτής της αφύσικης συμμαχίας. Λίγα χρόνια αργότερα ηγηθεί του πλουσιότερου και μακροβιότερου φράγκικου κράτους στον ελληνικό χώρο, διοικώντας το με σύνεση και φερόμενος διπλωματικά στους έλληνες υπηκόους του.
Σε μια εποχή που η σιδηρά μεγγένη της Ιεράς Εξέτασης ματοκυλούσε τα Ευρωπαϊκά κράτη ο Γοδοφρείδος Α΄ κυβέρνησε απολύτως ανεξίθρησκα το ελληνικό στοιχείο, δεν υπήρξε ποτέ ένα θρησκευόμενο άτομο και ήταν δεδομένη η ταραχώδης σχέση του με τον Λατινικό κλήρο (αφορίστηκε μάλιστα στη δεύτερη σύνοδο της Ραβέννικα που είχε σκοπό τη διευθέτηση των φλεγόντων εκκλησιαστικών διαφορών στη Φραγκοκρατούμενη Ελλάδα).
Την αρχή της συνετής διοίκησης του πατέρα ακολούθησαν και τα δυο παιδιά του. Ησυχία και οικονομική άνεση σκόρπισε στο Μοριά και ειδικότερα στην περιοχή της Ηλείας.
Ο βυζαντινός στρατός που θα ξεκινήσει από το Δεσποτάτο του Μυστρά για την ανακατάληψη της Πελοποννήσου θα στηριχτεί σ’ ένα ετερώνυμο πλήθος ξένων μισθοφόρων ανάμεσά τους και Τούρκους που δεν θα αργήσουν ν’ αλλάξουν στρατόπεδο ανάλογα με τις οικονομικές απολαβές.
Ο Πλήθωνας η κορυφαία προσωπικότητα που ανθεί στο Μυστρά συμβουλεύει ακατάπαυστα τους Δεσπότες του να πάψει η αυτοκρατορία να στηρίζεται στους άπιστους μισθοφόρους αλλά σε ομόφυλους και οικείους.
Θεωρούσε την Πελοπόννησο ”λίκνο των ευγενέστερων ελληνικών φυλών” και πίστευε ότι σ’ αυτήν θα μπορούσε να στηριχτεί η αυτοκρατορία.
Δυστυχώς δεν θα εισακουσθεί το : “Έλληνες εσμέν το γένος, ων ηγείσθε και βασιλεύετε, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί”.
Ισχυρά κάστρα όπως του Άργους-Κορίνθου-Σπάρτης έχουν περάσει στα χέρια των Ενετών και των Ιωαννιτών αντί στην διοίκηση ελλήνων στρατιωτικών αρχόντων.
Ο θρήνος για την καταστροφή της Γλαρέντζας θα συνοδεύει τη σύντομη ζωή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ως το τραγικό τέλος της αυτοκρατορίας:
” Ω Κωνσταντίνε βασιλεύ, κακόν ριζικόν που ΄χες,
και τύχην πάνυ βλαβερήν, μοίραν ατυχεστάτην…
εχάλασες, βαρυόμοιρε,το κάστρον της Κλαρέντσας,
τους πύργους, τα θεμέλια του, όλα ξερρίζωσές τα,
οι άρχοντες με τους πτωχούς μεγάλην λύπην είχαν,
τα σπίτια τους εχάλασες, εκείνοι εξωρισθήκαν,
γυναίκες και παιδίαν των όλα ΄ξολοθρευτήκαν,
όλοι εξορισθήκασι, μεγάλο κρίμαν ήτον.
Τίς ήτον όπου σ΄ έδωκαν την συμβουλήν εκείνην
κακή βουλή ΄τον εις εσέ ως έδειξεν το τέλος
και από τότε έδειξεν η άτυχός σου μοίρα”.
Θερμές ευχαριστίες στην κ. Αθανασία Ράλλη για το ωραίο μεσαιωνικό ταξίδι που μας χάρισε, αποτέλεσμα της προσωπικής της συμμετοχής στο ανασκαφικό έργο στην περιοχή αλλά και της υπέρμετρης αγάπης της στην ανάδειξη ενός δύσκολου αρχαιολογικού χώρου.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]