Στο τραπέζι η πρόταση για bad bank που θα αναλάβει τα «κόκκινα» δάνεια
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”51716″ img_size=”full”][vc_column_text]Επιστρέφει στο τραπέζι η πρόταση για τη δημιουργία bad bank που θα αναλάβει τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, πρόταση που είχε κάνει ήδη από το 2015 η κυβέρνηση και είχαν απορρίψει οι θεσμοί αλλά και ορισμένα τραπεζικά στελέχη.
Χθες ο διοικητής της ΤτΕ από το βήμα της γενικής συνέλευσης άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός ή περισσότερων κεντρικών φορέων –δηλαδή bad bank– που θα διαχειριστούν το πρόβλημα και ζήτησε από τις τράπεζες πιο δραστικές ρυθμίσεις των μην εξυπηρετούμενων δανείων, να δώσουν προτεραιότητα στον εντοπισμό των στρατηγικά κακοπληρωτών και να προχωρήσουν στην αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την bad bank –σενάριο που σύμφωνα με πληροφορίες επεξεργάζονται η Ε.Ε. και η ΕΚΤ, καθώς η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων είναι πανευρωπαϊκό ζήτημα– ο Γ. Στουρνάρας ανέφερε ότι, μετά τη δημοσίευση σχετικών κατευθύνσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ/NPEs) σε έναν ή περισσότερους κεντρικούς φορείς που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν για τον σκοπό αυτό.
Ωστόσο, προκειμένου να μη δημιουργούνται… υπερβολικές προσδοκίες, η πιθανή σύσταση μιας bad bank τοποθετείται μετά το 2019 και εξαρτάται εν πολλοίς από το αν οι τράπεζες θα επιτύχουν τους στόχους για τη μείωση των ΜΕΑ, τα οποία έχουν σπάσει το φράγμα των 100 δισ. ευρώ και θα πρέπει να υποχωρήσουν στο τέλος του 2019 στα 64,6 δισ. ευρώ.
«Δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ευάλωτο σε μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές» είπε ο διοικητής της ΤτΕ και ζήτησε από τις τράπεζες να προσφέρουν στοχευμένες λύσεις ρύθμισης και αναδιάρθρωσης των δανείων λαμβάνοντας υπόψη και την πραγματική ικανότητα αποπληρωμής από πλευράς δανειοληπτών.
Κι αυτό, γιατί μεγάλο ποσοστό δανείων που έχουν ήδη ρυθμιστεί «ξανακοκκινίζουν» εντός τριμήνου.
Τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν ότι το 42% των βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων και το 32% των μακροπρόθεσμων κατέληξαν μετά από 3 μήνες και πάλι στο κόκκινο. Σημειώνεται ότι 1 στα 2 «κόκκινα» είναι σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 2 ετών.
Ο διοικητής υπογράμμισε ότι έχει επιτευχθεί πρόοδος ως προς την απομάκρυνση των εμποδίων για τη διαχείριση των ΜΕΑ, και ειδικότερα η επίπτωση από την έναρξη των πρώτων ηλεκτρονικών πλειστηριασμών στη συμπεριφορά των στρατηγικών κακοπληρωτών αποτέλεσε έναν από τους βασικούς παράγοντες για τη θετική εικόνα του τέταρτου τριμήνου.
Ο Γ. Στουρνάρας επισήμανε ότι το 2017 παρατηρήθηκε αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ως αποτέλεσμα της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας και της σταδιακής ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού προς το τραπεζικό σύστημα.
Στην έκθεση της ΤτΕ υπολογίζεται και ο «λογαριασμός» που θα προκύψει από την καθιέρωση των νέων λογιστικών προτύπων IFRS 9, σύμφωνα τα οποία οι τράπεζες πρέπει να σχηματίσουν προληπτικά προβλέψεις για τα δάνεια που θα «κοκκινίσουν».
Ο λογαριασμός αυτός υπολογίζεται μεταξύ 4 και 5 δισ. ευρώ και θα πρέπει να επιμεριστεί σε διάρκεια 5 ετών.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]