FOLLOW US: facebook twitter

Το σημείωμα του εκδότη: Η χαμένη νιότη του κόσμου

Ημερομηνία: 25-05-2020 | Συντάκτης:

Ανέκαθεν ήμουν πολέμιος του όρου «χαμένη γενιά». Θεωρούσα, και σε μεγάλο βαθμό θεωρώ ακόμα, πως πρόκειται για αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Γιατί ακόμη κι αν τεκμηριώνει κανείς το πόρισμά του, δεν θα ήταν ποτέ ηθικό, με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου, να επισημοποιήσεις μία τέτοιου μεγέθους συλλογική ήττα, η οποία μάλιστα αφορά τον ανθό μιας κοινωνίας. Αν αφαιρέσεις από τη νιότη την ορμή, δεν μένει τίποτα. Αν πάλι δεν της έχει μείνει τίποτε εκτός από την ορμή της, τότε έχει βεβαίως, καί δικαίωμα, και υποχρέωση να ελπίζει.

Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι γενιές –χοντρικά όσοι γεννήθηκαν από το 80’ και μετά– έχουν δεχθεί πολλά χτυπήματα. Πολλοί από αυτούς ήταν μόνο παιδιά, όταν ένας παράφρων ειδικός φρουρός δολοφόνησε έναν «δικό τους». Ήταν η πρώτη κραυγή αντίδρασης, σε μία κοινωνία, η οποία ελάχιστα καλωσόριζε τους «αυριανούς πολίτες». Πετάχτηκαν ενστικτωδώς, όπως πετιέται κανείς όταν ξυπνά από τα βάθη ενός σκοτεινού εφιάλτη. Ήταν τότε που είχαν σκάσει πια οι σαπουνόφουσκες της ανάπτυξης, της ισχυρής οικονομίας και κυρίως των γκλάμουρους πάρτι. Ήταν τότε που κάποιοι άρχισαν να μιλούν για την γενιά των εφτακοσίων ευρώ. Και ήταν τότε που εκείνα τα παιδιά άρχισαν να χάνουν πρόωρα την αθωότητά τους, αντιλαμβανόμενα ότιδεν θα είχαν τις ίδιες ευκαιρίες με τους γονείς τους, ή και με τους παππούδες τους, τους λεγόμενους «boomers», οι οποίοι γεννήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, περίοδο όπου ιδρύθηκε το κράτος πρόνοιας και επικράτησαν συνθήκες αλματώδους ανόδου της οικονομίας, των θέσεων εργασίας, του βιοτικού επιπέδου κλπ.

Κι ύστερα ήρθαν τα μνημόνια. Με την μορφή μίας σταθερής καταβύθισης στην άβυσσο της λιτότητας, της εσωτερικής υποτίμησης και γενικότερα της υποτίμησης των πάντων. Έτσι απλά χάθηκε περίπου το ένα τέταρτο του παραγόμενου πλούτου. Δέκα ολόκληρα χρόνια μοναξιάς, για μία χώρα και έναν λαό που προς στιγμήν νόμιζε ότι είχε εταίρους, ότι ήταν μέρος της ευρωπαϊκής οικογένειας.Και άρχισε ο χορός των τεράτων. Και άρχισε η μαζική μετανάστευση των νέων. Όσοι και όπως μπορούσαν έφευγαν για τα ξένα. Είναι η εποχή που αναβιώνει η ξενιτιά για τα ελληνόπουλα, με μία κρίσιμη διαφορά: Το 50’ και το 60’ η Ελλάδα προμήθευε την Δύση με εργάτες. Τώραέστελνε τον επιστημονικό της ανθό στα προηγμένα κράτη, στα οποία ωστόσο υπήρχε έλλειμμα επιστημόνων. Γι’ αυτό το ονόμασαν «braindrain». Γιατί αυτό που καλλιεργούσαμε επί δεκαετίας στο εύφορο ελληνικό χώμα, ξεριζώθηκε με τη βία και μεταφυτεύτηκε ώστε να προσφέρει αλλού του καρπούς του. Και η γη ξεράθηκε…

Αλλά δεν πέθανε! Αυτό είναι το περίεργα αξιοθαύμαστο. Έπρεπε να ζήσουμε και ζήσαμε, όσοι ζήσαμε τέλος πάντων. Ταυτόχρονα, εξίσου ανέλπιστα, μπήκε μία σειρά στα πράγματα, χωρίς τούτο να σημαίνει πως επιλύθηκαν δια μαγείας βασικά προβλήματα, ούτε πως «ό,τι είπαμε νερό κι αλάτι»… Αλλά τέλος πάντων, ήταν φανερό πως έστω και υπό συνθήκες αυξημένης επιτήρησης και τιμωρίας,είχαμε εισέλθει σε μία νέα πορεία. Σε αυτό ακριβώς το κομβικό σημείο, της μετάβασης από τις λίγες προοπτικές για κάτι καλύτερο στις λίγο περισσότερες, μας πέτυχε η πανδημία. Στο μεταξύ, μέχρι να φτάσουμε στο σήμερα, και παρά το σχεδόν απαγορευτικό των συνθηκών, αρκετοί είχαν αποτολμήσει να κάνουν οικογένεια. Έφεραν στη ζωή,νέες ζωές. Χωρίς καμία ιδιαίτερη εξασφάλιση, χωρίς καμιά μακροπρόθεσμη εγγύηση. Έτσι, από έρωτα για την ζωή και για την ευτυχία που μπορεί να προσφέρει. Με αίμα; Ναι. Με δάκρυα; Ναι. Με ιδρώτα; Ναι. Αλλά δεν υπάρχει τίποτε καλύτερο από το να κοιμίζεις το παιδί σου, φιλώντας το, αγκαλιάζοντάς το, λέγοντάς του ιστορίες για μακρινά βασίλεια, ηρωικούς πρίγκιπες και θαρραλέες πριγκιποπούλες.
Δυστυχώς όμως το παραμύθι της νέας κανονικότητας δεν υπόσχεται το «ζήσαν αυτοί καλά, και εμείς καλύτερα». Απλά με ένα τρόπο κυνικό τους θυμίζει για μια φορά ακόμη, ότι τους έταξαν να είναι η χαμένη νιότη αυτού του κόσμου.

Ο εκδότης


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος