FOLLOW US: facebook twitter

Το σημείωμα του εκδότη: Φθινοπωρινό… ψηφιδωτό

Ημερομηνία: 20-09-2020 | Συντάκτης:

«Μάνα θα φύγω. Πού θα πας παιδάκι μου; Θα πάω στα ξένα»… Και συνήθως η ευχή της μάνας ήταν το μοναδικό εφόδιο  το οποίο έπαιρναν μαζί τους οι Έλληνες μετανάστες της μεταπολεμικής περιόδου, αφού οι περισσότεροι δεν είχαν ούτε ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια. Μόνο το 1965, 117.000 Έλληνες εγκατέλειψαν την χώρα για τα ξένα, αναζητώντας μία καλύτερη ζωή, ενώ υπολογίζεται ότι το διάστημα 1960-1969 μετανάστευσαν  περισσότεροι από 500.000 άνθρωποι, αριθμός τρομακτικός σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό της χώρας εκείνη την εποχή.

Η περίοδος της Μεταπολίτευσης, η πλέον ειρηνική και ευημερούσα στην ιστορία του νεαρού ελληνικού κράτους, είχε ξεθωριάσει τις μνήμες της προσφυγιάς˙ μνήμες οι οποίες επανήλθαν με σφοδρότητα κατά την παρατεταμένη περίοδο της μεγάλης ύφεσης, η οποία συνήθως προσδιορίζεται ως εποχή των μνημονίων.

Το αποτέλεσμα; Για δεύτερη φορά μέσα σε μισό αιώνα, τα ελληνόπουλα εξωθήθηκαν σε μία ασύλληπτη έξοδο, που άγγιξε πάλι το μισό εκατομμύριο, και μάλιστα σε συγκριτικά πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, αυτήν τη φορά τα πράγματα είχαν αλλάξει, λόγω της ύπαρξης της Ε.Ε. η οποία επέτρεπε μεταξύ άλλων την ελεύθερη διακίνηση του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά κυρίως εξαιτίας της υψηλής μόρφωσης και επιστημονικής επάρκειας των νέων παιδιών. Οι Έλληνες δεν προορίζονταν πλέον για τις φάμπρικες της Γερμανίας και για του Βελγίου τις στοές, αλλά προκειμένου να στελεχώσουν θέσεις εργασίας με υψηλό επιστημονικό δείκτη. Αυτό φυσικά σήμαινε οικονομική και κοινωνική αιμορραγία για την χώρα, αλλά η νέα γενιά των αυτοεξόριστων Ελλήνων σώθηκε εφόσον αναγνωρίζονταν και αμείβονταν τα προσόντα τους.

Τώρα, το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι ότι η κρίση την οποία επέφερε στην παγκόσμια και κατ’ επέκταση εθνική οικονομία η επιδημία του κορονοϊού, τοποθετείται χρονικά σε απόσταση αναπνοής από την αμέσως προηγούμενη οικονομική κρίση. Κι αν ο λαός επεβίωσε παρά τις βαριές απώλειες από την προηγούμενη κρίση, αυτό κατέστη δυνατό αφενός λόγω ενός κάποιου βιοτικού επιπέδου που είχε επιτευχθεί τις προηγούμενες δεκαετίες, αφετέρου επειδή ένα μεγάλο μέρος του «εργατικού δυναμικού» απορροφήθηκε από τις ξένες αγορές εργασίας.

Σήμερα ωστόσο, δεν συντρέχει καμία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις. Ό,τι «λίπος» είχε συσσωρευτεί έχει καταναλωθεί προ πολλού και δυστυχώς η μετανάστευση, αυτή η σωτήρια ή λιγότερο σωτήρια διέξοδος για αυτούς οι οποίοι αδυνατούν να βγάλουν τα προς το ζην στο εσωτερικό, δεν υφίσταται πλέον.

Μοιάζει με σενάριο μετα-αποκαλυπτικής ταινίας. Ένας ιός δρα ανεξέλεγκτος και σκοτώνει, με τη διαφορά ότι οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές δεν θα περιοριστούν αποκλειστικά σε φυσικά-βιολογικά αίτια. Διότι αν η κυβέρνηση προχωρήσει στην κήρυξη μιας δεύτερης καραντίνας, όπως φημολογείται τις τελευταίες μέρες, είτε σε πανελλήνιο, είτε σε αττικό επίπεδο, η ελληνική κοινωνία δύσκολα θα το αντέξει. Οι άνθρωποι δεν θα αντέξουν. Και για το θέσουμε απλά, μπορεί τελικά να μην τους σκοτώσει ο κορονοϊός, αλλά κινδυνεύουν να πεθάνουν από «ασιτία». Εξάλλου, ήδη  τα πάντα τείνουν να νεκρώσουν χωρίς να διαφαίνεται προοπτική για τίποτε. Διάολε, μέχρι και τα σχολεία κλείνουν το ένα μετά το άλλο, μία μόλις εβδομάδα μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς.

Είναι σαν κάποιος να πήρε όλους τους φόβους, να τους πρόσθεσε, και κατόπιν να εφάρμοσε το άθροισμα στην κλίμακα της πραγματικότητας. Αυτό ζούμε τώρα: Το άθροισμα όλων των φόβων μας. Αν λοιπόν αδυνατούν ή αδιαφορούν όσοι έχουν υποχρέωση να μεριμνούν για την επίλυση της εξαιρετικά δύσκολης εξίσωσης της πραγματικότητας, τότε είμαστε σίγουρα καταδικασμένοι να ζήσουμε ίσως το πιο  μακρύ φθινόπωρο της ζωής μας…

Ο εκδότης


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος