FOLLOW US: facebook twitter

Πρώτη η Ελλάδα στην Ευρώπη στην παιδική παχυσαρκία

Ημερομηνία: 04-12-2018 | Συντάκτης:
Κατηγορίες: Νέα, Υγεία

«Άθλια» χαρακτηρίζουν οι ειδικοί ερευνητές την διατροφή παγκοσμίως, και την τοποθετούν σε υψηλότερο σκαλοπάτι στην κλίμακα κινδύνου νοσηρότητας και θνησιμότητας ακόμη και από το κάπνισμα και την ατμοσφαιρική ρύπανση. Όπως προκύπτει από έρευνα του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ειδικά στην Ελλάδα τρώμε πολύ και ανθυγιεινά, με αποτέλεσμα στους ενήλικες άνω των 60 ετών, περίπου 1 στους 2 να είναι δυσλιπιδαιμικός ή/και υπερτασικός ενώ πάνω από το 10% να είναι διαβητικοί.

Εστιάζοντας στα παιδιά οι ειδικοί επισημαίνουν ότι προβλήματα όπως η παχυσαρκία, η αναιμία ή η ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών δεν αντιμετωπίζονται δεόντως με τους διατροφικούς κανόνες, καθώς περισσότερα από τέσσερα στα δέκα παιδιά πίνουν καθημερινά ροφήματα με ζάχαρη και ένα στα τρία δεν τρώει καθημερινά ούτε ένα φρούτο. Για την χώρα μας οι ειδικοί, που μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, παρατηρούν ότι τα Ελληνόπουλα είναι από τα πιο παχύσαρκα παιδιά στην Ευρώπη.

Την έρευνα επιμελήθηκαν οι δημοσιογράφοι του ΑΠΕ-ΜΠΕ Μαρίνα Μιχαλοπούλου και Μανώλης Κεφαλογιάννης.

Η έκθεση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προειδοποιεί ότι οι περισσότερες χώρες δεν θα επιτύχουν τους εννέα παγκόσμιους στόχους για την διατροφή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τους οποίους έχουν υπογράψει ότι θα πρέπει να επιτύχουν μέχρι το 2025, περιλαμβανομένων της παχυσαρκίας των ενηλίκων, του διαβήτη, της αναιμίας και της υγείας των παιδιών.

“Καμία από τις εισοδηματικές κατηγορίες που εξετάστηκαν δεν λαμβάνει στην διατροφή της αρκετά λαχανικά, όσπρια και τρόφιμα ολικής αλέσεως, υπογραμμίζει η καθηγήτρια Κορίνα Χοκς, η διευθύντρια του κέντρου πολιτικής των τροφίμων στο πανεπιστήμιο City του Λονδίνου.

“Αυτό είναι ένα πρόβλημα διαταξικό σε παγκόσμιο επίπεδο”, συμπληρώνει.

“Ο κόσμος απλά δεν δίνει την απαραίτητη προσοχή στην διατροφή και συγκεκριμένα στην κακή διατροφή σε όλες τις μορφές της”, επισημαίνει. Σύμφωνα με την έρευνα, οι περισσότερες χώρες που διαθέτουν βάσεις δεδομένων βιώνουν περισσότερες από μια μορφή κακής διατροφής–όπως είναι η παιδική στασιμότητα ανάπτυξης, η αναιμία στις γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και η παχυσαρκία.

Η κακή διατροφή είναι μια από τις κυριότερες αιτίες πρόκλησης προβλημάτων υγείας παγκοσμίως και ευθύνεται σχεδόν για έναν στους πέντε θανάτους, σύμφωνα με την έκθεση.

Η ανάλυση πάνω από 23.000 συσκευασμένων προϊόντων τροφίμων διαπίστωσε ότι η μεγάλη πλειονότητά τους–69%–είναι σχετικώς χαμηλής θρεπτικής αξίας, σύμφωνα με την έκθεση.

Στοιχεία που αφορούν την βρεφική διατροφή δείχνουν ότι το ποσοστό των βρεφών ηλικίας έως έξι μηνών, που θηλάζουν αποκλειστικά έχει μειωθεί στο 41%. Οι πωλήσεις του συσκευασμένου βρεφικού γάλακτος αυξάνονται ραγδαία.

Σύμφωνα με την έκθεση, λιγότερο από το ένα στα πέντε βρέφη από έξι ως 23 μηνών έχει μια στοιχειωδώς αποδεκτή διατροφή, ενώ μόλις τα μισά παιδιά αυτής της ηλικίας λαμβάνει τον μικρότερο συνιστώμενο αριθμό γευμάτων.

Οι Έλληνες τρώμε πολύ και ανθυγιεινά

Από τα στοιχεία της Πανελλαδικής Μελέτης Διατροφής και Υγείας (ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ) που αξιολόγησε 4600 άτομα όλων των ηλικιών από αντιπροσωπευτικό δείγμα του ελληνικού πληθυσμού προέκυψε ότι στους ενήλικες άνω των 60 ετών, περίπου 1 στους 2 είναι δυσλιπιδαιμικός ή/και υπερτασικός ενώ πάνω από το 10% είναι διαβητικοί.

Όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής διατροφής Αντώνης Ζαμπέλας στο Γεωπονικό πανεπιστήμιο της Αθήνας, «αυτό σημαίνει ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού μας δεν σιτίζεται σωστά για πολλά χρόνια, δηλαδή ενώ από πλευράς θερμίδων (ενέργειας) προσλαμβάνουμε περισσότερες από τις αναγκαίες και για αυτό περίπου το 60% του πληθυσμού έχει πρόβλημα βάρους, η συνήθης διατροφή υπολείπεται σε σημαντικά θρεπτικά συστατικά»

Οι διατροφικές συνήθειες του ελληνικού πληθυσμού προσδίδουν λίπος, κορεσμένα λιπαρά και πρωτεΐνη πάνω από τις συστάσεις, επισημαίνει και προσθέτει: «Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κορεσμένα λιπαρά (ζωικά λίπη) πρέπει να μειωθούν κατά 30% στον υγιή γενικό πληθυσμό και κατά περίπου 50% στα άτομα υψηλού κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Όπως τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ έχουν παρατηρηθεί και χαμηλές προσλήψεις σε πολλές βιταμίνες και ανόργανα στοιχεία. Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν όλος ο πληθυσμός που εξετάστηκε δεν είχε επαρκή πρόσληψη βιταμίνης D, το 70% είχε χαμηλή πρόσληψη φυλλικού οξέος, το 60% σε ασβέστιο και κάλιο, ενώ περίπου το 30% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας είχαν χαμηλή πρόσληψη σιδήρου.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος