Υπάρχει μία σχολή που υποστηρίζει ότι οι πόλεμοι που καθορίζουν την εποχή επαναλαμβάνονται περίπου κάθε 85 χρόνια, καθώς ξεθωριάζουν οι ιστορίες των προγόνων. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να περιμένουμε έναν πόλεμο, οποιαδήποτε στιγμή τώρα.

Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά, οι στρατιωτικές δαπάνες δεν έχουν αυξηθεί ποτέ τόσο γρήγορα όσο το 2024, όταν εκτοξεύτηκαν κατά 9,4% και έφτασαν στο υψηλότερο συνολικό ποσό που έχει καταγραφεί ποτέ από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης.

Αντίθετα, την ίδια χρονιά μια ξεχωριστή έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης με έδρα το Παρίσι διαπίστωσε πτώση 9% στην επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια μεταξύ των πλουσιότερων δωρητών του κόσμου.  «Για πρώτη φορά σε σχεδόν 30 χρόνια, η Γαλλία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες μείωσαν την επίσημη αναπτυξιακή βοήθειά τους το 2024», ανέφερε ο ΟΟΣΑ στη μελέτη του.

Εάν οι γεωπολιτικές προτεραιότητες των κυβερνήσεων λειτουργούν όπως μια αγορά, η τάση είναι σαφής: Πολλοί ηγέτες έχουν αποφασίσει ότι ήρθε η ώρα να πουλήσουν την ειρήνη και να αγοράσουν τον πόλεμο.

Εν μέρει ωθούμενοι από τους φόβους των ευρωπαϊκών χωρών ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να εγκαταλείψει τη συμμαχία τους, τα μέλη του ΝΑΤΟ συμφώνησαν τον Ιούνιο στον στόχο δαπανών 5% του ΑΕΠ για την άμυνα και την υποδομή ασφάλειας έως το 2035. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ – στον ρόλο του «μπαμπά» – είναι ικανοποιημένος που οι εταίροι του από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού θα πληρώσουν το μερίδιό τους