
Πολλά χρόνια τώρα γνωρίζουμε ότι οι δημοσκοπήσεις πέρα από εργαλείο μέτρησης των διαθέσεων της κοινής γνώμης είναι και εργαλείο πολιτικής παρέμβασης, διαμόρφωσης κλίματος και τάσης και όχι απλώς καταγραφής συσχετισμών.
Αυτό σημαίνει ότι θέλει ιδιαίτερη προσοχή στο πώς τις διαβάζει και στα συμπεράσματα που εξάγει.
Είναι αλήθεια ότι η Νέα Δημοκρατία συσπειρώνει εκλογικά το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων που αισθάνονται ότι τα πράγματα πάνε προς τη σωστή κατεύθυνση και έχουν λόγους να είναι αισιόδοξοι για το μέλλον.
Μόνο που αυτή η κοινωνική βάση είναι μειοψηφική. Η μεγάλη πλειοψηφία, πάνω από τα δύο τρίτα της κοινωνίας είναι δυσαρεστημένα από την κυβερνητική πολιτική, πιο σωστά ασφυκτιούν με την κοινωνική συνθήκη που αυτή έχει διαμορφώσει. Αυτό αφορά την ακρίβεια, τους χειρισμούς στο έγκλημα στα Τέμπη, τα σκάνδαλα τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ, την αγωνία της νεολαίας και των αγροτών, την ανυπαρξία κοινωνικού κράτους, την έκρηξη των ανισοτήτων, τη διάχυτη αίσθηση μιας κρίσης θεσμών.
Αυτή η πλειοψηφική δυσαρέσκεια όντως δεν εκπροσωπείται πολιτικά αυτή τη στιγμή. Αυτό καταδεικνύουν οι πολύ χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Γιατί είναι προφανές ότι αυτά τα κόμματα, αυτή τη στιγμή δεν πείθουν κυρίως γιατί δεν δίνουν προοπτική κυβερνησιμότητας.
Όλα αυτά διαμορφώνουν μια συνθήκη βαθιάς πολιτικής κρίσης. «Το παλιό αργεί να πεθάνει και το νέο αργεί να γεννηθεί».