
Ο ταχυδρόμος πέθανε στα δεκαεφτά του χρόνια
η κουρασμένη του σκιά τώρα πετά στα κλώνια…
Ποιος θα σου δείξει αγάπη μου
πού ’ναι του ονείρου ο δρόμος
αφού πεθάναμε μαζί εγώ κι ο ταχυδρόμος;
Έντονο κύμα αντιδράσεων προκαλεί σε ολόκληρη τη χώρα το αιφνιδιαστικό κλείσιμο 204 καταστημάτων των Ελληνικών Ταχυδρομείων, που αφήνει χωρίς βασικές υπηρεσίες χιλιάδες πολίτες σε πόλεις, χωριά και νησιά. Μια συρρίκνωση που πλήττει κυρίως την περιφέρεια, τους ηλικιωμένους, τους οικονομικά πιο αδύναμους και όσους δεν διαθέτουν ψηφιακές δεξιότητες.
Η απόφαση της κυβέρνησης δεν είναι μια «τεχνική αναδιάρθρωση» μιας ζημιογόνας δημόσιας επιχείρησης. Είναι ένα ακόμη σύμπτωμα μιας πολιτικής που αντιμετωπίζει το Δημόσιο αποκλειστικά με όρους ισολογισμού και όχι κοινωνικής αποστολής.
Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, το ζητούμενο δεν είναι να διατηρηθεί ένα δίκτυο υπηρεσιών που κρατά ζωντανές τις απομακρυσμένες κοινότητες της χώρας, αλλά να παρουσιαστεί μια ωραιοποιημένη εικόνα «εξυγίανσης» — ακόμη κι αν το τίμημα είναι η εγκατάλειψη των πολιτών.
Τα ΕΛΤΑ δεν είναι μια οποιαδήποτε επιχείρηση. Για δεκαετίες αποτέλεσαν το μόνο σημείο επαφής πολλών χωριών με το κράτος, τον κόσμο, την ίδια την έννοια της «Ελλάδας». Από τη σύνταξη του ηλικιωμένου, το γράμμα του ξενιτεμένου, μέχρι το δέμα του παιδιού που σπουδάζει, τα ταχυδρομεία ήταν υποδομή κοινωνικής συνοχής. Το να τα καταργείς χωρίς διάλογο, χωρίς σχέδιο, χωρίς καν ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών, δεν δείχνει «ψηφιακή διακυβέρνηση», αλλά αλαζονεία εξουσίας.
Οι τοπικές κοινωνίες κάνουν λόγο για εγκατάλειψη. Οι δήμαρχοι προειδοποιούν για επιδείνωση της αστυφιλίας, καθώς η αποψίλωση υπηρεσιών στην περιφέρεια ωθεί τους κατοίκους να μετακινηθούν στα μεγάλα αστικά κέντρα. «Δεν έχουμε ούτε ίντερνετ ούτε αυτοκίνητο για να τρέχουμε αλλού» τονίζουν ηλικιωμένοι, οι οποίοι κινδυνεύουν να δυσκολευτούν ακόμη και στην παραλαβή συντάξεων και επιδομάτων.
Η αλήθεια είναι ότι τα ΕΛΤΑ έχουν αποψιλωθεί από προσωπικό τα τελευταία χρόνια και οι υπηρεσίες που παρέχουν στους πολίτες είναι κατώτερες των απαιτήσεων. Παρόλα αυτά έχουν μία ιδιαίτερη σημασία για τις τοπικές κοινωνίες, εξυπηρετούν το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον, είναι μέρος των τοπικών οικονομικών και κοινωνικών δικτύων και συμβάλουν στην κοινωνική συνοχή. Έχουν δε μία συμβολική σημασία στο συλλογικό υποσυνείδητο.
Μία επίσκεψη σε ένα υποκατάστημα είναι αρκετή για να πεισθεί οποιοσδήποτε ότι τα ΕΛΤΑ έχουν αφεθεί στην τύχη τους. Η συνταγή είναι κλασική: αφήνεις μία δημόσια υπηρεσία να παρακμάσει δημιουργώντας χώρο για αντίστοιχη ιδιωτική παροχή και όταν τα πράγματα φθάσουν στο απροχώρητο την κλείνεις. Εναλλακτικά την εξυγιαίνεις με κόστος του δημοσίου και την εκχωρείς σε κάποιον ιδιώτη με ευτελές αντίτιμο. Για να δικαιολογηθεί παρουσιάζονται πληθώρα τεχνοκρατικών στοιχείων που παραγνωρίζουν το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον και ενίοτε ανασύρεται το “αμαρτωλό παρελθόν”. Το στοιχείο που έχει βγει από την εξίσωση και τον αντίστοιχο προβληματισμό είναι ο εκσυγχρονισμός της όποιας δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου να παραμείνει στο δημόσιο.
Εν τω μεταξύ ο νεοφιλελευθερισμός δεν αφήνει κενά στην κερδοσκοπία, ούτε συνηθίζει αγαθοεργίες. Μπορεί “φασούλι το φασούλι να γεμίζει το σακούλι”, τα γραμματόσημα να ήταν πολλά και τα έσοδα αρκετά, αλλά οι ευφυείς από το 1990 και ύστερα κατάλαβαν ότι μπορούν να κερδίζουν πολύ περισσότερα πουλώντας ακριβά σε λιγότερους, παρά αναπτύσσοντας υποδομές και πληρώνοντας μεροκάματα σε πολλούς εργαζόμενους για πολλούς φτωχούς καταναλωτές.
Μετά τα νοσοκομεία, τα σχολεία, των καταστημάτων της ΔΕΗ και των τραπεζών, τώρα ήρθε η σειρά των ΕΛΤΑ. Η Ελλάδα των περιφερειών μικραίνει, φτωχαίνει, αποκόπτεται. Και το χειρότερο: όλα αυτά συμβαίνουν στο όνομα του «εκσυγχρονισμού». Μόνο που μια κοινωνία δεν μετριέται με κέρδη, αλλά με το αν φροντίζει τους πιο αδύναμους.