FOLLOW US: facebook twitter

Μονιμοποίηση της αναπλήρωσης

Ημερομηνία: 06-09-2019 | Συντάκτης:
Κατηγορίες: Εκπαίδευση, Νέα
Του Χρήστου Κάτσικα

Κάθε χρόνο και… χειρότερα. Ακόμη μια δύσκολη σχολική χρονιά ξεκινάει σε μερικές μέρες, με το υπουργείο Παιδείας να έχει ως ξεκάθαρη πολιτική επιλογή τη λύση της ελαστικής εργασίας και της μόνιμα επαναλαμβανόμενης αναπλήρωσης των εκπαιδευτικών, όπως απαιτούν Ε.Ε. και ΟΟΣΑ.

Μία ακόμη σχολική χρονιά ξεκινάει σε λίγες μέρες με μηδενικούς μόνιμους διορισμούς και χιλιάδες αναπληρωτές εκπαιδευτικούς που καλούνται, τελευταία στιγμή, υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, να καταθέσουν αίτηση, ενώ αφενός κόβεται η προϋπηρεσία του τελευταίου χρόνου (που αποκτήθηκε με κόστος οικογενειακό και προσωπικό), αφετέρου αποκλείονται από τους πίνακες όσοι για κάποιο λόγο δεν έκαναν πέρσι αίτηση και μαζί με αυτούς οι νέοι απόφοιτοι.

Στην πρόσφατη συνάντηση του Δ.Σ. της ΔΟΕ με την υφυπουργό Παιδείας κ. Ζαχαράκη (30 Αυγούστου), η τελευταία δεν δεσμεύτηκε ρητά ούτε για τον αριθμό των πιστώσεων ούτε για το αν ο αριθμός των προσλήψεων θα είναι τουλάχιστον ο ίδιος (πόσο μάλλον μεγαλύτερος) με τον περσινό. Δεσμεύτηκε για μια μεγάλη φάση («κύμα») προσλήψεων που τοποθετεί στις 5-6 Σεπτεμβρίου, δηλώνοντας ότι θα πραγματοποιηθεί σε αυτήν το 70-80% των συνολικών προσλήψεων. Ο μόνος αριθμός που έδωσε είναι οι 6.205 εξασφαλισμένες πιστώσεις για Παράλληλη Στήριξη στην Π.Ε.

Όσο για μόνιμους διορισμούς, η υφυπουργός Παιδείας απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο πραγματοποίησης οποιασδήποτε μονιμοποίησης πριν από το 2021(!), με πρόσχημα ότι και η προηγούμενη κυβέρνηση δεν είχε εγγράψει ούτε ένα ευρώ για μόνιμους διορισμούς στη Γενική Αγωγή.

Προχειροδουλειές

Λίγες μέρες νωρίτερα η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, με πρόχειρα, μπαγιάτικα και αποδεδειγμένα άγονα επιχειρήματα περί επαναφοράς στην τάξη αποσπασμένων εκπαιδευτικών και με αοριστίες περί νέου υπολογισμού των αναγκών σε εκπαιδευτικό προσωπικό, θόλωνε το τοπίο και πολλαπλασίαζε τις αγωνίες για τα σχολεία.

Η «λύση» της ελαστικής εργασίας και της μόνιμα επαναλαμβανόμενης αναπλήρωσης δεν αποτελεί μόνο μια δημοσιονομική «αναγκαιότητα», αλλά μια ξεκάθαρη πολιτική επιλογή. Όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις της τελευταίας τουλάχιστον δεκαετίας υπηρετούν στοχευμένα την πολιτική των μηδενικών διορισμών, μονιμοποιώντας την ελαστική εργασία και επισφάλεια, την ανακύκλωση της ανεργίας, ακολουθώντας με ευλάβεια τις εντολές και τις απαιτήσεις των θεσμών, της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ.

Στην τελευταία Έκθεση του ΟΟΣΑ (2018): «Εκπαίδευση για ένα Λαμπρό Μέλλον στην Ελλάδα», ένα από τα βασικά ζητήματα που τίθενται («συστάσεις πολιτικής») είναι εκείνο των διορισμών και της διαχείρισης του εκπαιδευτικού προσωπικού.

Ο ΟΟΣΑ, λοιπόν, διαφωνεί με τον μόνιμο διορισμό εκπαιδευτικών «ως δαπανηρή επιλογή που αναπαράγει τις σημερινές “ακαμψίες” του μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού που δεν αξιολογείται» και προτείνει νέες, ακόμα πιο ευέλικτες και ελαστικές σχέσεις εργασίας, όπως οι πενταετείς συμβάσεις μειωμένης απασχόλησης και ο κατακερματισμός σε πολλές κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων με διαφορετικές αμοιβές, προφανώς και διαφορετικό εργασιακό καθεστώς. Επιπλέον, προτείνει να αλλάξουν οι εργασιακές σχέσεις και των μόνιμων ή έστω των νεοεισερχόμενων εκπαιδευτικών παρ’ όλο που αυτό απαιτεί ριζικές νομοθετικές αλλαγές.

Από την άλλη, η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας «παίζει» και το χαρτί του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, το οποίο με σκληρή «γραμμή», συγγενική του ΣΕΒ, «προειδοποιεί»: στο μέλλον θα έχουμε πλεόνασμα στο προσωπικό πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ τα κενά στα σχολεία που καταγράφονται στην έναρξη κάθε σχολικής χρονιάς είναι κυρίως πρόβλημα κακής διαχείρισης του προσωπικού.

Και συνεχίζει το καλό μας Ιδρυμα: Ενώ ο αριθμός των εκπαιδευτικών μετά την έναρξη της κρίσης μειώθηκε κατά 15,6% (από 180 χιλ. σε 152 χιλ., δηλ. 28 χιλ. λιγότεροι), η αναλογία μαθητών – εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια (Νηπιαγωγείο και Δημοτικό) και δευτεροβάθμια (Γυμνάσιο, Λύκειο, επαγγελματική εκπαίδευση) παραμένει στην Ελλάδα διαχρονικά μικρότερη από τις άλλες χώρες της Ευρώπης και του ΟΟΣΑ.

Η «κοπτοραπτική»

Την ίδια ώρα που όλες οι πολιτικές ηγεσίες της τελευταίας δεκαετίας προσπαθούσαν με απατηλές υποσχέσεις να κερδίσουν χρόνο, την ίδια ακριβώς ώρα έβαζαν σε λειτουργία αλλεπάλληλους «κόφτες» στις θέσεις εκπαιδευτικών και με «κοπτοραπτική» μείωναν τις ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό, άλλοτε βγάζοντας σε διαθεσιμότητα χιλιάδες, άλλοτε αυξάνοντας το διδακτικό ωράριο των εκπαιδευτικών και άλλοτε συρρικνώνοντας τις δομές της δημόσιας εκπαίδευσης (καταργήσεις σχολείων, συγχωνεύσεις-καταργήσεις τμημάτων σε ΕΠΑΛ και ΓΕΛ, αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα) ή μειώνοντας το ωράριο λειτουργίας των σχολείων.

Είναι αλήθεια ότι η νέα υπουργός Παιδείας έχει στα χέρια της έτοιμο, από την προηγούμενη πολιτική ηγεσία του υπουργείου, ένα σύστημα διορισμού (ν. 4589/2019) το οποίο θα αποτελέσει, σε επόμενη φάση, και τον τρόπο πρόσληψης των αναπληρωτών, ενώ παράλληλα επηρεάζει και το σώμα των μονίμων. Το πτυχίο μετατρέπεται απλώς στο πρώτο αλλά όχι σε επαρκές σκαλοπάτι για τη διεκδίκηση εργασίας, κάτι σαν το απολυτήριο Λυκείου που το χρειάζεσαι για να δώσεις πανελλαδικές αλλά από μόνο του δεν σου εξασφαλίζει τίποτα.

Η αποδέσμευση των εργασιακών/επαγγελματικών δικαιωμάτων από το πτυχίο και το ασταμάτητο κυνήγι προσόντων (σεμινάρια, μεταπτυχιακά, διδακτορικά) μεταβάλλουν το δικαίωμα στην εργασία σε «προσωπική υπόθεση» των εκπαιδευτικών, οι οποίοι θα πρέπει μόνιμα να αποδεικνύουν πως είναι «άξιοι» και «ικανοί» να εργάζονται μέσα σε ένα σύστημα αλληλοεξόντωσης.

Η υφυπουργός Παιδείας απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο πραγματοποίησης οποιασδήποτε μονιμοποίησης πριν από το 2021(!), με πρόσχημα ότι και η προηγούμενη κυβέρνηση δεν είχε εγγράψει ούτε ένα ευρώ για μόνιμους διορισμούς.

Πηγή: efsyn.gr


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος