FOLLOW US: facebook twitter

Μικροϊστορίες… της στιγμής: Τα ξύλινα κουμπιά

Ημερομηνία: 09-04-2022 | Συντάκτης:

Γράφει η Αστάθεια


Ο Θεόφραστος, παρότι είχε φύγει πάνω από 40 χρόνια από τον τόπο καταγωγής του, λόγω των σπουδών του και την εργασία του επέστρεφε συχνά. Ακόμα και μετά το θάνατο του πατέρα του, το σπίτι έμενε ζωντανό με την παρουσία της αειθαλούς Ζαμπετώς που επιμελείτο τα πάντα.

Ο Θεόφραστος, που σπούδασε Γεωπονία και Δασολογία, βρήκε δουλειά σε συναφές Υπουργείο. Συμμετέχοντας στην ομάδα καταγραφής των εθνικών δρυμών, γνώρισε την δασολόγο Κορνηλίακαι στην κορφή ενός βουνού- σ’ έναξωκλήσι του Αη-Λιά, παντρεύτηκαν κι έστησαν έναν ευτυχισμένο σπιτικό. Γεννήθηκε και ο γιός τους Κλέαρχος, που μεγάλωνε με αγάπη και περνούσε τα καλοκαίρια του στην μικρή κωμόπολη του Νότου μα τον συνονόματο παππού -όσο ακόμα ήταν εν ζωή- και την φροντίδα της Ζαμπετώς. Παρατηρούσε τη φύση, μελετούσε τις σημειώσεις του παππού και κρυφάκουγε τις κουβέντες στο καφενείο… Έφηβος έμαθε για τα εγκαταλειμμένα χωριά στην περιφέρεια και του δημιουργήθηκε η επιθυμία να τα μελετήσει έτσι αποφάσισε να σπουδάσει Αρχιτεκτονική.

Σε μια πανεπιστημιακή εκδρομή, γνώρισε την Μαρίνα- με καταγωγή από το Αρχιπέλαγος, που σπούδαζε στην σχολή Καλών Τεχνών. Συνδέθηκαν με φιλία, που εξελίχθηκε σε έρωτα και μετά το πέρας των σπουδών τους περιηγήθηκαν για λίγο σα νομάδες στη χώρα για να δυναμώσουν τα πατήματα τους και να κατανοήσουν τις κατευθύνσεις τους. Έτσι αποφάσισαν να μείνουν στο πατρογονικό σπίτι στην κωμόπολη και να εργαστούν στην περιοχή. Ο Κλέαρχος ήταν τυχερός γιατί βρήκε αμέσως δουλειά στο γραφείο του εμβληματικού κυρίου Αρσενίου, του αρχιτέκτονα, που αφού έφτιαξε το νέο χωριό- υπόδειγμα μετά τις κατολισθήσεις, παρέμεινε στην περιοχή μελετώντας κτήρια πλήρως ενσωματωμένα στο τοπίο με τους ελαιώνες, τα αμπέλια, τους οπωρώνες και την παρόχθια βλάστηση του γειτονικού ποταμιού. Η Μαρίνα έστησε το εργαστήριο της στο κατώι, αφού έληξε η προηγούμενη χρήση του ως αποθηκευτικός χώρος για τα γεννήματα, με την εξέλιξη της μικροοικονομίας του σπιτικού. Μια διακριτική προσθήκη- με άπλετο φως, χτίστηκε και δούλευε με χρώματα τους καμβάδες της. Επειδή γνώρισε μια γραία υφάντρα- ίσως την τελευταία της περιοχής- έμαθε την τέχνη της – από τη συλλογή και επεξεργασία του μαλλιού μέχρι την ύφανση του και ασχολήθηκε πλέον με την ταπισερί. Έκανε περιοδικές εκθέσεις στην Πρωτεύουσα και είχε γίνει αρκετά γνωστή. Καρπός αυτής της σχέσης ήταν η μικρή Κορνηλία, που ανέπτυξε έντονη παρατηρητικότητα- κριτική σκέψη και τάσεις ελευθερίας.

Μετά 35 χρόνια υπηρεσίας ο Θεόφραστος προετοίμαζε την συνταξιοδότηση του και με την σύντροφο του Κορνηλία θα μετακόμιζαν επίσης στο πατρικό. Το μόνο που θα του έλειπε θα ήταν οι φίλοι του στην σκακιστική λέσχη- ως παθιασμένος σκακιστής αλλά θα προσπαθούσε να το αντισταθμίσει με την δημιουργία μιας Ακαδημίας στην περιοχή. Απολαμβάνοντας ένα ποτήρι κρασί γιορτάζοντας την τελευταία πανσέληνο κάτω από Ακρόπολη, η Κορνηλία κοιμήθηκε για πάντα στην αγκαλιά του… Έτσι στη μετακόμιση με τα έπιπλα και τα μπακίρια μεταφέρθηκε -με σεβασμό- και το φέρετρο της Κορνηλίας.

Ο Θεόφραστος βρήκε παρηγοριά, στήνοντας ένα μικρό εργαστήριο να σκαλίζει πιόνια για σκάκι. Με την έφηβη πλέον Κορνηλία περπατούσαν στο διπλανό δάσος να μαζέψουν ξυλαράκια να δουλευτούν με τα εργαλεία του. Η μικρή εγκατάλειψε τη ρόκα και το αδράχτι, που ήταν η δημιουργική της απασχόληση και άρχισε να επεξεργάζεται φέτες από ξύλο, που προσπαθούσε να αναδείξει τους εσωτερικούς ρόζους που διάβαζες τη γραμμή ανάπτυξης του δέντρου. Κάποια μέρα, με ένα σουβλί άνοιξε μια τρύπα άτεχνη. Τότε –αφού εξέλιξε την τεχνική της, αποφάσισε να φτιάχνει ξύλινα κουμπάκια. Όλοι ενθουσιάστηκαν με τα έργα της και άλλαξαν όλα τους τα κουμπιά στα ρούχα τους. Οι καθηγητές στο σχολείο δέχθηκαν με θαυμασμό τα δώρα, όπως και οι λοιποί συγχωριανοί.

Στο επόμενο πανηγύρι- σε θύμηση των αρχαίων τελετουργικών ζωοπανηγύρεων ο Θεόφραστος με λίγα σετ για σκάκι και η Κορνηλία με τα περίτεχνα κουμπάκια άπλωσαν την πραμάτεια σε έναν πάγκο, Τότε τους πλησίασε ένας νεαρός με δερμάτινη στολή μοτοσικλετιστή, που τους συστήθηκε ως Σάμης- οδηγός στο «βαρέλι για το γύρο του θανάτου», που θα στηνόταν στη μεγάλη πλατεία. Και η Κορνηλία του πρόσφερε κουμπάκια για το πουκάμισο του με αντάλλαγμα να την μάθει να οδηγεί μοτοσυκλέτα…

Με αφορμή ένα ξύλινο κουμπάκι, η Κορνηλία έγινε η πρώτη οδηγός στο γύρο του θανάτου, και έζησε τα επόμενα ευτυχισμένα χρόνια της με τον Σάμη.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος