
Πραγματική πατρίδα μας η παιδική μας ηλικία
- Η μνήμη ως τραύμα, η σκηνή ως εξομολόγηση
Μια από τις πλέον πολυσυζητημένες και βαθιά συγκινητικές παραστάσεις της φετινής θεατρικής χρονιάς, «Η Μητέρα του Σκύλου» του Παύλου Μάτεσι, παρουσιάστηκε το βράδυ της Τετάρτης στο Ανοικτό Θέατρο Καβασίλων «Χρήστος Μάλλιαρης» στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Δήμου Πηνειού. Ένα έργο-σταθμός για τη νεοελληνική λογοτεχνία και δραματουργία, ζωντάνεψε επί σκηνής μέσα από τη χειμαρρώδη σκηνοθεσία του Κώστα Γάκη, την υποβλητική μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη και την αριστοτεχνική ερμηνεία της Υρώς Μανέ, η οποία ενσάρκωσε την αξεπέραστη Ραραού με σπαρακτική αυθεντικότητα.

Η Ραραού – μια αντιηρωίδα που ακροβατεί ανάμεσα στο φως και τις πληγές της – παρέσυρε το κοινό με έναν πυρετώδη μονόλογο, γεμάτο σαρκασμό, ευφυΐα και αρχέγονο πόνο. Η παράσταση, ένα ψυχογράφημα υψηλής ενσυναίσθησης, μέσα από το οποίο ο θεατής διέτρεξε δεκαετίες ελληνικής ιστορίας – από την Κατοχή και τον Εμφύλιο, έως τη Μεταπολίτευση – όχι ως χρονικό γεγονότων, αλλά ως προσωπικό βίωμα μιας γυναίκας που επιβίωσε με τίμημα την ψυχή της.

Στον πυρήνα του έργου, η προσποίηση: ο μηχανισμός άμυνας αλλά και επιβίωσης, που διαπνέει την αφήγηση και αναδεικνύει εμφατικά τη διπλή τραγικότητα της Ραραού – ως θύμα και ταυτόχρονα δημιουργό του αφηγήματός της. Η θεατρικότητα της ζωής της, όπως αποτυπώνεται από τον Μάτεσι, υπονομεύει τις κυρίαρχες εθνικές αφηγήσεις και τις μετατρέπει σε ένα καυστικό πολιτισμικό σχόλιο, παραδίδοντας στον θεατή μια βαθιά ανθρωποκεντρική, αλλά ανατρεπτική μαρτυρία.

Ερμηνείες
Η ερμηνεία της Υρώς Μανέ αναδείχθηκε σε ένα συγκλονιστικό ρεσιτάλ θεατρικότητας. Η Μανέ κατόρθωσε να μεταμορφωθεί πλήρως, δίνοντας φωνή σε έναν χαρακτήρα που ταλαντεύεται ανάμεσα στο παιδί και τη γυναίκα, στο τραύμα και την ανάμνηση, στο πραγματικό και το φανταστικό, το συμβολικό και το φαντασιακό. Οι ηθοποιοί λειτούργησαν με απόλυτη συνοχή, εναλλάσσοντας τους ρόλους με λεπτότητα και ισχυρό σκηνικό αποτύπωμα. Οι ερμηνείες τους ήταν χειμαρρώδεις αποτυπώνοντας με ακρίβεια την πολυπλοκότητα των χαρακτήρων του Μάτεσι. Ένας ζωντανός, δυναμικός οργανισμός που στήριξε την αφήγηση με πάθος, βάθος και πειθαρχία. Το κοινό παρακολούθησε εκστασιασμένο, συγκλονισμένο και, τελικά, λυτρωμένο. Η συγκίνηση, διάχυτη. Η σιωπή στο τέλος, ηχηρή.

Το έργο του Μάτεσι, με τη σκηνοθετική σφραγίδα του Κώστα Γάκη, μετατράπηκε σε μια εναλλακτική αφήγηση της νεοελληνικής ταυτότητας, όπου το προσωπικό γίνεται πολιτικό και το τραύμα μετουσιώνεται σε λογοτεχνική και σκηνική πράξη. Μέσα από αυτή την αφήγηση, ξεδιπλώνεται μια δηκτική κριτική απέναντι στη διαχρονική κοινωνικοπολιτική καταπίεση και στο νεοελληνικό φαντασιακό, αναδεικνύοντας μια ταυτότητα «επιζώντων» που αρνείται πεισματικά να υποταχθεί στην εθνικιστική ρητορική, στις θρησκευτικές συμβάσεις και στα κοινωνικά ταμπού. Η Ραραού δεν είναι απλώς ένα τραγικό πρόσωπο· είναι ένας καθρέφτης της Ιστορίας που επιμένει να επιβιώνει, με πείσμα, ειρωνεία και μια απροσδιόριστη ελπίδα.
Μια παράσταση που ξεπερνά το θέατρο, για να αγγίξει την ψυχή, να ενεργοποιήσει τη μνήμη και να επαναδιαπραγματευτεί, με τόλμη και τρυφερότητα, την ιδέα της συλλογικής και ατομικής μας ιστορίας.