FOLLOW US: facebook twitter

Κορονοϊός: Η «τέλεια καταιγίδα» και η μεγάλη πρόκληση

Ημερομηνία: 29-04-2020 | Συντάκτης:

Του Γιάννη Λούλη*

Ζούμε σε απρόσμενους καιρούς. Αυτοί ήδη ήσαν βεβαρημένοι με πολιτικές και οικονομικές τοξίνες στις καπιταλιστικές δημοκρατίες. Πολύ πριν από τον κορονοϊό. Μετά ήρθε το απρόσμενο φαινόμενο της πανδημίας. Το συγκεκριμένο και βεβαρημένο ήρθε να προστεθεί στο απρόσμενο. Αυτά τα δύο λειτουργούν αθροιστικά. Έτσι αποτελούν πρόκληση και απειλή. Άλλωστε μια εύλογη αγωνία προστίθεται στην ασάφεια και οδηγεί σε ένα σαφές ερώτημα: Μπορεί το συγκεκριμένο πολιτικό προσωπικό και τα υπάρχοντα πολιτικά συστήματα να αντιμετωπίσουν την πρόκληση και την απειλή;

Ας ξεκινήσουμε πρώτα από τη Βρετανία. Ως γνωστόν, πρόσφατα ο συντηρητικός Μπόρις Τζόνσον πέτυχε συντριπτική νίκη στις εκλογές, παραμερίζοντας συνειδητά το εικόνισμα του θατσερισμού. Αντ’ αυτού, πέρα από την καθαρή θέση του υπέρ του Brexit, εξέπληξε με δεσμεύσεις για μαζικές δημόσιες δαπάνες, τόσο για την αναζωογόνηση υποβαθμισμένων εργατουπόλεων (κερδίζοντας πολλές από αυτές από το Εργατικό Κόμμα), όσο και για τη στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS), δημιούργημα και σύμβολο των Εργατικών.

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτά που συμβαίνουν στη Βρετανία. Κυριαρχεί εκεί ένας αφορισμός που ανήκει στον ινδικής καταγωγής υπουργό Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ, 39 ετών (τον δημοφιλέστερο για την ώρα πολιτικό της χώρας) που δηλώνει: «Αυτοί δεν είναι καιροί για ιδεολογήματα και δόγματα»! Τον αφορισμό θα συνόδευε ένα πρωτοφανές πρόγραμμα δημοσίων δαπανών, που μέρα με τη μέρα κλιμακώνονται, το οποίο περιελάμβανε δάνεια, καταβολή του 80% των μισθών σε όσους τέθηκαν προσωρινά εκτός εργασίας (μέχρι 2.500 λίρες) και κοινωνικές δαπάνες ύψους 7 δισ. Για να χειροκροτήσει τα μέτρα το πιο αριστερόστροφο εργατικό συνδικάτο! Ενώ το εμβληματικό κεντροαριστερό περιοδικό New Statesman θα έγραφε για την «Επιστροφή του Προστατευτικού Κράτους».

Μέσα στο κλίμα αυτό ήρθε και, προηγήθηκε μάλιστα, το κύριο άρθρο των Financial Times στις 4 Απριλίου. Πρόκειται για μια εφημερίδα που, ως γνωστόν, αποτελεί το βαρύ χαρτί ενός όχι ακραίου καπιταλισμού. Έγραφαν λοιπόν οι F.T. χαρακτηριστικά πως ο ιός «ξεγυμνώνει το εύθραυστο κοινωνικό συμβόλαιο των καπιταλιστικών χωρών». Καταγγέλλονταν απερίφραστα οι ακραίες ανισότητες που εντάθηκαν μετά το 2008. Διατυπώνονταν επίσης προειδοποιήσεις πως πρέπει να παρθούν μέτρα για να μη συμβεί το μοιραίο: αυτές να αυξηθούν, ακόμη πιο πολύ, μέσα στην πανδημία. Ομολογούνταν πως οι καπιταλιστικές δημοκρατίες είχαν χάσει τον έλεγχο στο πεδίο της κοινωνικής συνοχής. Οι F.T. καλούσαν τις κυβερνήσεις να δημιουργήσουν ένα «κοινωνικό συμβόλαιο που να ευνοεί όλους». Ώστε οι πολίτες να νιώσουν, και ειδικά οι πιο ευάλωτοι οικονομικά, ότι «στη μάχη είμαστε όλοι μαζί»! Με δεδομένο άλλωστε ότι μετά την κρίση του 2008 το κόστος έπεσε ολόκληρο στους οικονομικά αδύναμους. Και οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Πολύ πλουσιότεροι!

Οι βαθιές ανισότητες πλέον στοιχειώνουν τις δημοκρατικές κοινωνίες. Ενώ η οργή όσων νιώθουν «ξεχασμένοι» από το σύστημα έχει τροφοδοτήσει την απήχηση του ακροδεξιού λαϊκισμού. Στην Αμερική κάποτε (το 1981) το πλουσιότερο 1% κέρδιζε 27 φορές περισσότερα από το χαμηλότερο 50%. Ενώ πλέον το 2016 κερδίζει 81 φορές περισσότερα! (Ian Bremmer). Οπως τεκμηριώνει στο πολυσυζητημένο βιβλίο του ο Branko Milanovic (Global Inequality), οι οικονομικές ανισότητες έχουν διευρυνθεί παντού θεαματικά και κυρίως στις αγγλοσαξονικές χώρες. Θύμα της τάσης αυτής είναι ακόμη και η Γερμανία που εμφανίζεται ως πρότυπο σύνεσης στην Ε.Ε. Μόνο η Σουηδία συντηρεί αρκετά την κοινωνική της εικόνα. Ομως εκείνο που είναι άκρως ανησυχητικό -και δεν έχει τονιστεί αρκετά- είναι ότι παγκοσμίως η μεσαία τάξη (με βάση τους σχετικούς δείκτες) στις ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες, αντί να αυξάνεται, συρρικνώνεται μέσα στον χρόνο! Και εδώ πρωταγωνιστεί αρνητικά η ηγέτιδα του «δημοκρατικού στρατοπέδου», η Αμερική. Σημαντικά τμήματα της αμιγώς μεσαίας τάξης πέφτουν σε χαμηλότερη κατηγορία! Μόνο η Σουηδία, από τις προηγμένες οικονομίες, «αντέχει» στην αμείλικτη τροχιά ενός καπιταλισμού που διευρύνει διαρκώς τα κοινωνικά ρήγματά του.

Αυτό που συμβαίνει με τον κορονοϊό θα μπορούσε να περιγραφεί με τον αγγλοσαξονικό όρο ως η «τέλεια καταιγίδα». Ηρθε από το πουθενά. Σαρωτικά. Πάνω σε καπιταλιστικές δημοκρατίες γεμάτες ρήγματα. Αυτές, μετά την πλήρη απαξίωση των νεοφιλελεύθερων συνταγών το 2008, αναγκάζονται να ανακαλύψουν το κράτος. Με μισή καρδιά. Είναι άλλωστε το μόνο όπλο που διαθέτουν. Οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες είναι ήδη ένα σημαντικό βήμα, καθώς επιστρέφει ο κεϊνσιανισμός. Αυτό το βήμα πάντως είναι ατελές αν δεν συνοδευτεί από μια συγκροτημένη και επίμονη στρατηγική. Με στόχο την ανάπτυξη.

Ομως και τούτο δεν αρκεί. Υπάρχουν στρεβλώσεις δεκαετιών. Παντού. Αυτές πρέπει να αναγνωριστούν, όποιες και να ’ναι οι δοξασίες των κυβερνώντων. Εδώ η αποστροφή του Ρίσι Σουνάκ πάει γάντι. Πέρα από αυτά, όμως, το κεντρικό ζητούμενο είναι ένα και απολύτως κομβικό: Επιβάλλεται, όχι ιδεολογικά, αλλά ρεαλιστικά, μια δραστική πολιτική αναδιανομής του πλούτου. Ολα τα άλλα είναι δευτερεύοντα. Διότι μόνο έτσι θα συσπειρωθούν οι κοινωνίες απέναντι στην «τέλεια καταιγίδα». Ζητούμενο λοιπόν είναι ένα ικανό και ριζοσπαστικό ανθρώπινο προσωπικό. Με αυτούς τους στόχους. Ομως τώρα φτάνουμε στα δύσκολα. Μπορεί το όλο και πιο γυμνό σε ικανότητες προσωπικό να αντιμετωπίσει την καταιγίδα; Ας είμαστε ειλικρινείς. Και ρεαλιστές. Δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά. Και τα λίγα όμως κάτι είναι και αυτά!

*Επικοινωνιολόγος, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Επαγγελματικά δραστηριοποιείται εκτός Ελλάδος.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος