Το 2025 ξεκίνησε με τις διαδηλώσεις για τα Τέμπη, που κατέβασαν στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε όλη τη χώρα, και κλείνει με την προαναγγελία δημιουργίας κόμματος από τη Μαρία Καρυστιανού, την πρόεδρο του Συλλόγου Πληγέντων του Δυστυχήματος των Τεμπών.
ΓΙΑ ΠΟΛΛΟΥΣ η Μαρία Καρυστιανού ήταν το πρόσωπο της χρονιάς –και σε πολιτικό επίπεδο–, αφού οι διαδηλώσεις των οποίων ηγήθηκε σφράγισαν τις πολιτικές εξελίξεις τους μήνες που ακολούθησαν. Δεν αποκλείεται να παίξει ρόλο και στις πολιτικές εξελίξεις της νέας χρονιάς, αν τελικά δεν κάνει πίσω και προχωρήσει στην ίδρυση του κόμματός της, καθώς οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να είναι ευνοϊκές γι’ αυτήν.
Σε εκείνο που συμφωνούν σχεδόν όλοι οι πολιτικοί αναλυτές είναι ότι αν στο ρευστό και κατακερματισμένο πεδίο της αντιπολίτευσης εισέλθει ένα «κόμμα Καρυστιανού», που για την ώρα φαίνεται να διαθέτει μια δυναμική ως σενάριο, όλες οι ισορροπίες θα αλλάξουν ξανά.
Mπορεί το κίνημα των Τεμπών να μετασχηματιστεί σε βιώσιμη πολιτική δύναμη με προοπτική να πετύχει τους στόχους του, χωρίς να εγκλωβιστεί είτε στη διαμαρτυρία είτε στην αναζήτηση ενός ακόμα μεσσία ή τιμωρού;
Από το κοινωνικό κίνημα στην πολιτική έκφραση
Η Μαρία Καρυστιανού πέτυχε με την επιμονή και τις ενέργειές της, δύο χρόνια μετά το δυστύχημα των Τεμπών, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο της χρονιάς που φεύγει, να βγάλει στους δρόμους χιλιάδες πολίτες για να υποστηρίξουν το αίτημα των συγγενών για απόδοση δικαιοσύνης και διαφάνεια. Ήταν τότε που πολλοί μίλησαν για το «κίνημα των Τεμπών» και όχι απλώς για μερικές διαδηλώσεις, χάρη στην πρωτοφανή μαζικότητα, την έκτασή του, αλλά και τη διάρκεια.
Βλέποντας τη δυνατότητά της να κινητοποιεί τόσο κόσμο, κάποια πολιτικά πρόσωπα προσπάθησαν να την εκμεταλλευτούν για δικό τους επικοινωνιακό όφελος. Κι αν δεν είχε περάσει τότε από το μυαλό της ίδιας ότι θα μπορούσε να αξιοποιήσει την επιρροή της για να αποκτήσει πολιτική ισχύ, πέρασε από το μυαλό πολλών άλλων, που άρχισαν να την πλησιάζουν με ιδιοτελείς σκοπούς.
Όταν οι εταιρείες δημοσκοπήσεων άρχισαν να μετράνε τη δημοτικότητά της και την εμβέλεια που θα είχε ένα δικό της κόμμα, διαπιστώνοντας ότι αυτή ξεπερνά ένα κόμμα Τσίπρα ή Σαμαρά, άρχισε να το σκέφτεται.
«Αυτό που την ενδιαφέρει», λέει άνθρωπος που βρίσκεται κοντά της, «είναι η τιμωρία του πολιτικού συστήματος που εμπλέκεται και επιχειρεί να ξεπλυθεί και η κατάργηση του άρθρου 86 για την ποινική ευθύνη των υπουργών που στέκεται εμπόδιο».
Η Μαρία Καρυστιανού θεωρεί ότι όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν είναι υπεύθυνα για τη μη ύπαρξη συστήματος τηλεδιοίκησης και για την κατάσταση του σιδηρόδρομου, όπως και για τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, και εκτιμά ότι δεν υπάρχει πραγματική πολιτική βούληση για να αλλάξουν αυτά που πρέπει ώστε να τιμωρηθούν όλοι οι ένοχοι. Έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα πως μόνο αν υπάρξει μια ισχυρή πολιτική δύναμη που θα διαθέτει τη βούληση, μπορούν να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές και να έρθει η κάθαρση.

Το παράδειγμα Ντι Πιέτρο και τα όρια της σύγκρισης
Η σύγκριση με τον Αντόνιο ντι Πιέτρο επανέρχεται συχνά στον δημόσιο λόγο. Όπως και εκείνος στην Ιταλία της δεκαετίας του ’90, έτσι και η Καρυστιανού εμφανίζεται ως φορέας ενός αιτήματος κάθαρσης σε ένα περιβάλλον γενικευμένης δυσπιστίας προς την πολιτική. Ωστόσο, οι διαφορές είναι κρίσιμες. Ο Ντι Πιέτρο διέθετε θεσμική εξουσία ως εισαγγελέας και ενσάρκωνε μια κρατική λειτουργία. Η Καρυστιανού διαθέτει κοινωνική επιρροή, αλλά όχι θεσμικά εργαλεία. Η εμπειρία του Ντι Πιέτρο δείχνει επίσης τον κίνδυνο της γρήγορης φθοράς, όταν η ηθική νομιμοποίηση μετατρέπεται σε πολιτική διαχείριση.
Το ερώτημα αν ένα ενδεχόμενο σχήμα Καρυστιανού μπορεί να αποφύγει την προσωποπαγή λογική και να αποκτήσει συλλογική και προγραμματική υπόσταση παραμένει ανοιχτό.
Κριτική, εσωτερικές αντιστάσεις και θεσμική πίεση
Η συζήτηση για πολιτική εμπλοκή δεν αφήνει ανεπηρέαστο ούτε τον Σύλλογο Συγγενών Θυμάτων. Δεν συμμετέχουν όλες οι οικογένειες και οι διαφωνίες ήταν παρούσες εξαρχής. Ορισμένα μέλη έχουν ήδη διαχωρίσει τη θέση τους από οποιοδήποτε πολιτικό εγχείρημα, θεωρώντας ότι ο ρόλος του συλλόγου πρέπει να παραμείνει αυστηρά θεσμικός και διεκδικητικός.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και ο πρόσφατος έλεγχος της ΑΑΔΕ στα γραφεία του συλλόγου. Αν και μέχρι στιγμής δεν προκύπτει κάποιο εύρημα, η χρονική συγκυρία και ο συμβολισμός της κίνησης προκάλεσαν αντιδράσεις και τροφοδότησαν συζητήσεις περί θεσμικής πίεσης σε έναν φορέα που εκπροσωπεί θύματα μιας κρατικής αποτυχίας.
Συνεργασίες και πολιτική απομόνωση
Η Καρυστιανού διατηρεί αποστάσεις από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό. Εξαίρεση αποτελεί η επικοινωνία της με τον ευρωβουλευτή Νίκο Φαραντούρη, ο οποίος έχει δημόσια εκφραστεί θετικά για την πιθανότητα πολιτικής της παρουσίας, χωρίς ωστόσο να προκύπτει οργανωμένη συνεργασία. Οι φήμες περί συμπόρευσης προκάλεσαν ανησυχία στον ΣΥΡΙΖΑ και στις διασπάσεις του, όπως και στο επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα.
Το κρίσιμο ερώτημα
Η Μαρία Καρυστιανού δεν διαθέτει πολιτική εμπειρία ούτε επεξεργασμένες θέσεις σε κρίσιμους τομείς πολιτικής. Για ένα μέρος των ψηφοφόρων στους οποίους απευθύνεται, αυτό δεν αποτελεί μειονέκτημα. Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: μπορεί το κίνημα των Τεμπών να μετασχηματιστεί σε βιώσιμη πολιτική δύναμη με προοπτική να πετύχει τους στόχους του, χωρίς να εγκλωβιστεί είτε στη διαμαρτυρία είτε στην αναζήτηση ενός ακόμα μεσσία ή τιμωρού;
Βασιλική Σιούτη