FOLLOW US: facebook twitter

Γιατί το δεύτερο κύμα της πανδημίας φαίνεται λιγότερο φονικό

Ημερομηνία: 23-10-2020 | Συντάκτης:
Κατηγορίες: Νέα, Υγεία

Παρά τα συνεχώς αυξανόμενα κρούσματα κορωνοϊού, το δεύτερο πανδημικό κύμα της COVID-19 φαίνεται να είναι λιγότερο φονικό (ως αναλογία θανάτων προς επιβεβαιωμένα κρούσματα). Οι επιστήμονες το αποδίδουν, κυρίως, αφενός σε δημογραφικούς λόγους (κρούσματα σε όλο και πιο νεαρές ηλικίες) αφετέρου στις καλύτερες πλέον θεραπείες στα νοσοκομεία και στην ήδη αποκτηθείσα εμπειρία των γιατρών.

Ο αριθμός των ασθενών με COVID-19 που είναι αρκετά άρρωστοι για να εισαχθούν σε νοσοκομείο αυξάνεται με ρυθμό μικρότερο της αύξησης των κρουσμάτων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι υπηρεσίες υγείας σε διάφορες χώρες να μην έχουν κατακλυστεί ακόμη, όπως θα είχε συμβεί αν ο ρυθμός αύξησης των σοβαρών περιστατικών είχε ακολουθήσει τον αριθμό των λοιμώξεων με τον ίδιο τρόπο που είχε συμβεί το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου.

Αφότου οι θάνατοι από COVID-19 άρχισαν πάλι να αυξάνονται στο τέλος του καλοκαιριού και στην αρχή του φθινοπώρου (αρχή δεύτερου κύματος), χρειάστηκε κατά μέσο όρο ένας μήνας για να υπάρξει ένας θάνατος ανά ένα εκατομμύριο κατοίκους στην Ευρώπη, ενώ τον Μάρτιο είχε χρειαστεί μόνο μία εβδομάδα για την ίδια αναλογία.

Η πτώση στην αναλογία θανάτων προς επιβεβαιωμένα κρούσματα (που είναι κάτι διαφορετικό από την αναλογία θανάτων προς συνολικά κρούσματα) μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει, από το γεγονός ότι παντού γίνονται πια περισσότερα τεστ για κορωνοϊό (και έτσι έρχονται στο φως περισσότερα «σιωπηλά» κρούσματα, συχνά ασυμπτωματικά) και εν μέρει από το ότι ένα ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό των θετικών στον κορωνοϊό είναι άνθρωποι νέας ηλικίας, οι οποίοι έχουν μικρότερη πιθανότητα να αρρωστήσουν σοβαρά, σε σχέση με τους ασθενείς του πρώτου κύματος, όταν οι νέοι αναλογικά ήταν πολύ λιγότεροι.

Όσοι σήμερα εισάγονται σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), έχουν περισσότερες πιθανότητες να βγουν «νικητές» από ό,τι την άνοιξη.

Η αύξηση στην πιθανότητα επιβίωσης σε ΜΕΘ είναι ιδιαίτερα αισθητή στους ασθενείς έως 70 ετών, καθώς αυξήθηκε από 61% σε 79% για τις ηλικίες 50 έως 69 και από 82% σε 91% για τους κάτω των 50 ετών.

Για παράδειγμα, οι γιατροί έχουν πια καλύτερη γνώση πότε να δώσουν κάποιο φάρμακο (π.χ. αντιπηκτικό του αίματος) σε έναν ασθενή, πότε να τον διασωληνώσουν και πότε να τον γυρίσουν μπρούμυτα για να διευκολύνουν την παροχή οξυγόνου.

Μία άλλη πιθανή εξήγηση για τη μειωμένη φονικότητα είναι ότι όσοι μολύνονται σήμερα με κορωνοϊό δέχονται πια μειωμένες δόσεις και φορτία του ιού από ό,τι πριν έξι μήνες, επειδή φορούν μάσκες και τηρούν τις κοινωνικές αποστάσεις. Όσο μικρότερο είναι το ιικό φορτίο, όπως έχει φανεί και σε άλλες αναπνευστικές παθήσεις, τόσο λιγότερο σοβαρή τείνει να είναι η νόσος.

Πηγή: kathimerini.gr


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος