
Στο διαδίκτυο στρέφονται συστηματικά οι Ελληνες για ιατρικές συμβουλές ● Οι αλγόριθμοι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εντοπίζουν αυτήν την ανάγκη και δίνουν στους χρήστες απεριόριστες πληροφορίες που μοιάζουν επιστημονικές και οδηγούν σε εύκολες, αναξιόπιστες αυτοδιαγνώσεις ● Το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού συμβουλεύεται το διαδίκτυο για ιατρικές θεραπείες
Aπό τα «10 στοιχεία που δείχνουν αν έχετε ΔΕΠΥ» μέχρι το «πώς κατάλαβα πως είμαι στο φάσμα του αυτισμού», η αλληλουχία των βίντεο που περνούν αλυσιδωτά από τις οθόνες των κινητών δείχνει ότι τα σόσιαλ μίντια είναι γεμάτα με τρόπους να λάβει κάποιος μια αυτοδιάγνωση για την ψυχική υγεία του.
Για την 23χρονη Ειρήνη αυτό συνέβη τον περασμένο Αύγουστο, όταν άνοιξε για πρώτη φορά λογαριασμό στο Instagram και ο αλγόριθμος πολύ σύντομα κατάλαβε ότι την ενδιαφέρουν τα βίντεο με ανθρώπους που μοιράζονται τις εμπειρίες τους, όντας στο φάσμα του αυτισμού: «Εβλεπα ολοένα και περισσότερα βίντεο με συμπτώματα και γρήγορα κατάλαβα πολλά πράγματα που νωρίτερα δεν μπορούσα να ερμηνεύσω για τον τρόπο που λειτουργώ. Ηταν σαν να ήμουν σε ένα δωμάτιο πίσσα σκοτάδι και ξαφνικά κάποιος μου άνοιξε το φως». H ίδια δεν έχει λάβει επίσημα κλινική εκτίμηση, ωστόσο βρίσκει ανακούφιση στις συμβουλές για καθημερινές της εμπειρίες και στο αίσθημα αποστιγματοποίησης που της προσφέρουν οι διαδικτυακές κοινότητες που ταυτίζονται μαζί της, σχολιάζοντας κάτω από βίντεο 30 δευτερολέπτων.
Η περίπτωση της Ειρήνης δεν είναι μεμονωμένη. Η απλοποιημένη επιστημονικοφανής πληροφορία που παρέχει το διαδίκτυο κερδίζει συνεχώς έδαφος και ο διαρκώς εκπαιδευόμενος αλγόριθμος δεν χάνει την ευκαιρία να τροφοδοτεί τον θεατή με ανάλογα ερεθίσματα. Ποσο όμως ακριβείς επιστημονικά είναι αυτές οι διαδικτυακές διαγνώσεις και συμβουλές;
Πρόσφατη έρευνα της βρετανικής εφημερίδας Guardian για τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την ενημέρωση και την πληροφόρηση από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε ζητήματα υγείας ξεσήκωσε θύελλα πολιτικών αντιδράσεων.
Aφορμή, το εύρημα δημοσιογραφικής ομάδας της βρετανικής εφημερίδας που αποκάλυπτε πως στη δημοφιλή πλατφόρμα του ΤikTok, τα 52 από τα 100 κορυφαία βίντεο με hashtag #mentalhealthtips –δηλαδή τα δημοφιλέστερα βίντεο με συμβουλές ψυχικής υγείας– παραπληροφορούν. Αυτό διαπιστώθηκε από ψυχολόγους, ψυχιάτρους και ακαδημαϊκούς, οι οποίοι συμπλήρωναν πως influencers που δραστηριοποιούνται στην πλατφόρμα προωθούν ανακριβείς πληροφορίες και κάνουν καταχρηστική χρήση θεραπευτικής ορολογίας, πλασάροντας «μαγικές» λύσεις και ανυπόστατους ισχυρισμούς.
Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο και φυσικά δεν αφορά μόνο την κινεζική πλατφόρμα, αν και είναι πρωτοφανής η επιδραστικότητά της. Τι γνωρίζουμε όμως για την Ελλάδα; Ηδη από το 2013, έρευνα της Κάπα Research για την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας αποκάλυπτε ότι 6 στους 10 προτιμούν να πληκτρολογούν αντί να πάνε στον γιατρό, αναζητώντας μόνοι τους διάγνωση και θεραπεία στον «Dr. Google». Πόσο διευρυμένο είναι σήμερα το φαινόμενο της αυτοδιάγνωσης μεταξύ χρηστών σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης όπως το TikTok και το Instagram;
«Παρατηρείται αυξανόμενη τάση ιατρικοποίησης πολλών εκφάνσεων της ζωής, δηλαδή θέματα που είναι φυσιολογικές πτυχές του ανθρώπινου βίου αντιμετωπίζονται και κατηγοριοποιούνται ως ασθένειες που απαιτούν παρέμβαση. Επιπλέον, η επιλεκτική εμπιστοσύνη σε ανεξέλεγκτες πηγές ή “ψηφιακές αυθεντίες” οδηγεί συχνά σε παραπληροφόρηση και υποβάθμιση της επιστημονικής ιατρικής γνώσης», σχολιάζει στην «Εφ.Συν.» η Εφη Σίμου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Επικοινωνίας, ΜΜΕ και Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. «Για παράδειγμα, από “ειδικούς” του διαδικτύου και οπαδούς της pop psychology, ελαφρές ή παροδικές συναισθηματικές διακυμάνσεις, όπως το άγχος της καθημερινότητας, παρουσιάζονται ως κάτι παθολογικό ή ονομάζονται κατάθλιψη ή ΔΕΠΥ και σε συνδυασμό με το φαινόμενο echo chamber (φαινόμενο “ηχητικού θαλάμου”) δημιουργούνται ψηφιακοί ιδεολογικοί χώροι, όπου οι απόψεις ενός ατόμου ενισχύονται και επαναλαμβάνονται συνεχώς, χωρίς αντίλογο ή κριτική. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να αναπαράγονται ιστορίες, εμπειρικές “αλήθειες” και συναισθηματικά φορτισμένα περιεχόμενα εις βάρος της επιστημονικής εγκυρότητας και ο χρήστης να οδηγηθεί σε ψευτοδιαγνώσεις και ψευτοθεραπείες», συμπληρώνει.
3 στους 10

Πόσο συχνά οι Έλληνες χρήστες επιλέγουν την αυτοδιάγνωση μέσω διαδικτύου, σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο; «H πιο πρόσφατη μελέτη που μπορούμε να επικαλεστούμε είναι αυτή του Digital 2025: Global Overview Report-Meltwater, η οποία μας βοηθάει να κατανοήσουμε το ευρύτερο επικοινωνιακό περιβάλλον», σημειώνει η κ. Σίμου.
Στην έρευνα καταγράφεται πως ένα ποσοστό 89,5% του παγκόσμιου πληθυσμού δηλώνει ότι οι διαδικτυακές πηγές ενημέρωσης είναι σημαντικές για τη λήψη αποφάσεων αναφορικά με ιατρικές θεραπείες: «Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι 68,8%, ενώ όσον αφορά την αυτοδιάγνωση των συμπτωμάτων, ποσοστό 22,6% παγκοσμίως και 22,9% στην Ελλάδα προβαίνουν σε έλεγχο των συμπτωμάτων τους στο διαδίκτυο εβδομαδιαίως. Δηλαδή, παρατηρούμε ότι 3 στους 10 κάνουν αυτοδιάγνωση συμπτωμάτων μέσω διαδικτύου, με γυναίκες ηλικίας 35-54 ετών να το επιχειρούν περισσότερο από τον μέσο όρο, δηλαδή σε ποσοστό 26,4%».
Η «στροφή» των Ελλήνων στο διαδίκτυο για διάγνωση αποτυπώνεται σε έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ με τον τίτλο «Έρευνα Χρήσης Τεχνολογιών Πληροφόρησης και Επικοινωνίας από Νοικοκυριά και Ατομα 2024», σύμφωνα με την οποία ολοένα και περισσότεροι πολίτες αναζητούν λύσεις σε προβλήματα υγείας ονλάιν. Αυτή ήταν η δραστηριότητα που κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση στο πρώτο τρίμηνο του 2024 –σε σύγκριση με το αντίστοιχο του προηγούμενου έτους–, φτάνοντας στο 11,8%, ενώ ταυτόχρονα το 28,5% των πολιτών έκανε χρήση ιατρικών υπηρεσιών μέσω ιστοσελίδας ή εφαρμογής, όπως, για παράδειγμα, λήψη ιατρικής συμβουλής, αντί επίσκεψης σε νοσοκομείο ή γιατρό.
Ποιοι είναι ο λόγοι που μπορεί κάποιος να μην επισκεφθεί τον γιατρό; «Γενικά θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην ανάλυση των παραγόντων», υπογραμμίζει η κ. Σίμου.
Η ίδια είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Επικοινωνίας και Αλφαβητισμού στην Υγεία και στα ΜΜΕ (HIT), το οποίο το 2019 πραγματοποίησε την πρώτη μεγάλης κλίμακας έρευνα με σκοπό την σε βάθος καταγραφή των στάσεων και απόψεων των ασθενών ως προς την επικοινωνία με τον γιατρό τους. Εκεί αποτυπωνόταν σε αξιοσημείωτο ποσοστό η έλλειψη εμπιστοσύνης και η αμφιβολία για τη διάγνωση ή τις προτεινόμενες θεραπείες, αφού σε σχετική ερώτηση το 27,7% των ερωτηθέντων μετά τη διάγνωση ζήτησε δεύτερη γνώμη, ενώ ποσοστό 30% αναζήτησε πληροφορίες στο διαδίκτυο μετά την επίσκεψη.
Καταφύγιο
Οι αιτίες όμως είναι πολλές και πολυπαραγοντικές και συχνά σχετίζονται με την ίδια τη φύση του διαδικτύου: η πληροφορία βρίσκεται στην άκρη του δακτύλου μας και η άμεση πληροφόρηση είναι πιο προσβάσιμη από ποτέ – και δωρεάν, όπως λέει η κ. Σίμου: «Θα πρέπει να τονίσουμε το ζήτημα των ατόμων που είναι άνεργα ή δεν έχουν ασφάλιση, το υψηλό κόστος των ιατρικών επισκέψεων ή εξετάσεων. Οταν, για παράδειγμα, κάποιος είναι άνεργος ή εργάζεται περιστασιακά, θέτει προτεραιότητα τις άμεσες βιοτικές ανάγκες και όχι την πρόληψη ή την έγκαιρη ιατρική φροντίδα και η αναζήτηση στο διαδίκτυο λειτουργεί ως “πρώτο καταφύγιο”, ακόμη κι αν οδηγεί σε αυθαίρετα ή λανθασμένα συμπεράσματα».
Η κατάσταση με τη σχεδόν ανύπαρκτη πρωτοβάθμια υγεία και την κατάρρευση του ΕΣΥ καταγραφόταν και σε πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με τον οποίο το ποσοστό του πληθυσμού με αναφερόμενες ανεκπλήρωτες ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα φτάνει το 11,6%. Από αυτές, το 9,4% αναφέρει ως κύριο λόγο το υπερβολικά υψηλό κόστος, μακράν το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. Το ποσοστό εκείνων που δεν μπορούν να πληρώσουν ιατρικές εξετάσεις είναι ακόμα υψηλότερο, φτάνοντας το 16,7% του γενικού πληθυσμού στην Ελλάδα, έναντι 3,3% στην Ε.Ε.
Cyberchondria
«Επίσης μπορεί να είναι η ανησυχία και το άγχος που βιώνει κανείς για ένα σύμπτωμα (π.χ. ταχυκαρδία, πονοκέφαλο, μυϊκό πόνο) και κάνει γρήγορη αναζήτηση προκειμένου να δει τι έχει. Ομως θα πρέπει να σας πω ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο και να εντείνει την ανησυχία για την υγεία», παρατηρεί η κ. Σίμου. «Στη βιβλιογραφία καταγράφεται ένα συμπεριφορικό φαινόμενο που αναφέρεται ως cyberchondria ή κυβερνοϋποχονδρία ή διαδικτυακή υποχονδρία, δηλαδή επαναλαμβανόμενη, υπερβολική αναζήτηση ιατρικών πληροφοριών στο διαδίκτυο».
Το ίδιο σημειώνει και ο Βίκτορ Γκιόργκεφ, μέλος του Συλλόγου Ψυχολόγων της Βουλγαρίας και ιδρυτής του ψυχολογικού συμβουλευτικού κέντρου «Balance»: «Οι περισσότεροι άνθρωποι αναζητούν πληροφορίες για τα συμπτώματά τους στο διαδίκτυο. Πρόκειται για μια φυσική αντίδραση και λειτουργία του εγκεφάλου, η οποία μας ωθεί να κάνουμε μια τέτοια ενέργεια προκειμένου να αναζητήσουμε μια εξήγηση για τη σωματική δυσφορία που βιώνουμε. Ομως αυτή η στρατηγική μπορεί να είναι εξαιρετικά επιζήμια και να αποτελέσει ακόμα και εφαλτήριο για την ανάπτυξη μιας νέας πάθησης ή επιπλοκή μιας ήδη υπάρχουσας».
Το 2022, 2,3 εκατομμύρια Βούλγαροι πήγαν για υποχρεωτικές προληπτικές ιατρικές εξετάσεις, δηλαδή μόνο το 41% του συνόλου των ασφαλισμένων άνω των 18 ετών, ποσοστό που δεν ανέβηκε ιδιαίτερα έκτοτε. Aν και δεν υπάρχουν επαρκή στατιστικά στοιχεία, πολλοί Βούλγαροι πάσχουν από τη λεγόμενη κυβερνοχονδρία και ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας λόγω των δυσκολιών στην πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, λέει ο Γκιόργκεφ. «Συχνά συμβαίνει ένα άτομο, αφού διαβάσει πολλές πληροφορίες, να είναι πεπεισμένο ότι πάσχει από μια σοβαρή ασθένεια. Ενας τέτοιος τύπος “μελέτης” προκαλεί άγχος και φόβο. Δηλαδή ένα άτομο ξοδεύει υπερβολικά πολύ χρόνο διαβάζοντας ή συζητώντας σε φόρουμ με ανθρώπους που πάσχουν από την αντίστοιχη ασθένεια. Η υπερβολική εμμονή στο πρόβλημα μπορεί να το εμβαθύνει. Για παράδειγμα, αν υποφέρετε από έναν συγκεκριμένο τύπο πονοκεφάλου και υποψιάζεστε ότι έχετε όγκο στον εγκέφαλο, το άγχος και η παρατεταμένη ανάγνωση του θέματος μπορεί να επιδεινώσει τον πονοκέφαλο», τονίζει.
Ισπανία
Έρευνα που διενεργήθηκε στην Ισπανία το 2023 και δημοσιεύτηκε πέρυσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το 52% του πληθυσμού προσφεύγει στο διαδίκτυο για αυτοδιάγνωση, με τις γυναίκες σε μεγαλύτερο βαθμό (55%) από τους άνδρες (48,4%). Σύμφωνα με τη μελέτη, το ποσοστό όσων αναζητούν συμπτώματα στο διαδίκτυο αντί να συμβουλευτούν επαγγελματία υγείας έχει αυξηθεί κατά 8,5 μονάδες σε σχέση με το 2022 (43,5%).
Υπάρχει επίσης μεγαλύτερη προδιάθεση για αυτοδιάγνωση μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούν εφαρμογές υγείας και ευεξίας (65,8%), ενώ ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται για συμπτώματα που συνδέονται με την ψυχική τους υγεία: 34,3% σε σύγκριση με 19,7% το 2022. Επιπλέον, οι ηλικίες μεταξύ 26 και 40 ετών είναι οι λιγότερο πιθανό να αναφέρουν ότι δεν έχουν ψυχολογικά συμπτώματα (6,9%) και το 46% αναφέρει ότι αναζητά συχνότερα τις αιτίες των ψυχολογικών συμπτωμάτων στο διαδίκτυο. Όταν ρωτήθηκαν για τους λόγους που στρέφονται στο διαδίκτυο, οι Ισπανοί απάντησαν σε ποσοστό 56,7% πως το κάνουν «για να μάθουν τι τους συμβαίνει».
Ο δεύτερος συχνότερος λόγος είναι η σκέψη ότι «μπορεί κανείς να λύσει μόνος του τα ψυχολογικά προβλήματα» (25,6%) και ο τρίτος λόγος είναι οικονομικός: «Επειδή δεν μπορώ να πληρώσω έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας», απάντησε το 21,5% των ερωτηθέντων.
Τσεχία
Οι Τσέχοι είναι παραδοσιακά αρκετά απρόθυμοι να πάνε στον γιατρό για προληπτικό έλεγχο, μόνο το 1/3 του πληθυσμού το κάνει. Σύμφωνα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων Ipsos, σε έρευνα με δείγμα 1.000 ατόμων που ρωτήθηκαν το περασμένο φθινόπωρο, το 95% απάντησε ότι αναζητά τις δικές του διαγνώσεις στο διαδίκτυο, ενώ το 56% δήλωσε ότι το κάνει τακτικά. Η έρευνα καταλήγει ότι περίπου το 7% των Τσέχων αναζητούν πληροφορίες για την υγεία τους επί ώρες την ημέρα και βρίσκονται στα όρια της διαδικτυακής υποχρονδρίας.
Εύα Παπαδοπούλου