FOLLOW US: facebook twitter

Ειρωνική και… αιχμηρή Ιφιγένεια εν Αυλίδι!

Ημερομηνία: 18-07-2022 | Συντάκτης:
Κατηγορίες: Έκτακτο, Νέα, Πολιτισμός

-Εξαιρετική πρεμιέρα για το Φεστιβάλ αρχαίας Ήλιδας στο κατάμεστο ξύλινο θέατρο
-Κέρδισε το κοινό το classic modern εγχείρημα του Θέμη Μουμουλίδη

Του Παναγιώτη Φωτεινόπουλου


Ένα δύσκολο και φιλόδοξο στοίχημα κέρδισε προχθές το βράδυ η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Θέμη Μουμουλίδη στην πανελλαδική της πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Αρχαίας Ήλιδας, ανταποκρινόμενη πλήρως στις υψηλές προσδοκίες που είχε δημιουργήσει. Ο σκηνοθέτης απέφυγε τον διπλό πειρασμό της υπερβολικής δραματοποίησης και τους επιφανειακούς νεωτερισμούς, χαρίζοντάς μας ένα classic modern εγχείρημα, που σεβάστηκε το αρχαίο κείμενο χωρίς να είναι «κλασικούρα», και προσέθεσε μοντερνιστικές πινελιές μακριά από αυτοαναφορικότητες.

Η Ευριπίδεια ειρωνεία κυριαρχεί σε όλη την παράσταση, αφού δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» γράφτηκε και παίχτηκε στα τελειώματα του Πελοποννησιακού Πολέμου (405 π.Χ.), σε μια εποχή που η διαφαινομένη ήττα της Αθήνας δηλητηριάζει την ατμόσφαιρα και οδηγεί στην αμφισβήτηση των καθιερωμένων αξιών.

Από την πρώτη σκηνή του χασμουρητού του υπηρέτη-αγγελιαφόρου (Π. Δεντάκη), που όλη νύχτα περιμένει τον Αγαμέμνονα (Λάζαρο Γεωργακόπουλο) να συντάξει το γράμμα προς τη σύζυγό του και τον ακούει να αμφιταλαντεύεται για το αν πρέπει να υπακούσει στον χρησμό, η διαβρωτική ειρωνεία απλώνεται σταδιακά πάνω από τη σκηνή. Συνεχίζεται με τη διαλογική σύγκρουση του Αγαμέμνονα με τον αδελφό του και απατημένο σύζυγο Μενέλαο, τον οποίο υποδύεται ο Άκης Σακελλαρίου με ένα συνειδητά επιτηδευμένο ύφος στην άρθρωση και τη χροιά της φωνής του, για να αναδειχθεί ο σκοτεινός και μοχθηρός του χαρακτήρας. Η ειρωνεία διάχυτη και προς πάσα κατεύθυνση, από την Ελλάδα που είναι δύστυχη επειδή ο Αγαμέμνονας είναι δειλός ηγέτης μέχρι τους μάντεις, την «κάκιστη φάρα που τρέφεται από τον φόβο των ανθρώπων» και τον πολυμήχανο Οδυσσέα που εδώ είναι απλώς «το μπάσταρδο του Σίσσυφου».

Η Ιφιγένεια (Μ. Πετεβή) μπαίνει στη σκηνή με τη μητέρα της, Κλυταιμνήστρα (Ιωάννα Παππά), ως υποψήφια νύφη. Τραγουδά ως αθώο κοριτσάκι και αγκαλιάζει τον πατέρα της, προκαλώντας σφίξιμο στο στομάχι των θεατών, που ξέρουν τι επακολουθεί, την ώρα που ο Αγαμέμνονας δακρυσμένος της λέει συνειδητά ψέματα, μην μπορώντας να σηκώσει το βάρος της επώδυνης αλήθειας. Κι εδώ υπάρχει η ειρωνεία της εξουσίας, με τον πατέρα να λέει στο παιδί του «ναι, μόνη σου θα πας στο ταξίδι». Έχει προηγηθεί ο διάλογός του με την Κλυταιμνήστρα, η οποία ως δύσπιστη σύζυγος δεν πείθεται από τις προτροπές του Αγαμέμνονα να επιστρέψει στο Άργος, την ώρα που αμφότεροι μετακινούν τα δοχεία στο τραπέζι σαν να παίζουν σκάκι.

Η έννοια της τραγικής ειρωνείας αποτυπώνεται άψογα στη συνάντηση του ανήξερου υποψήφιου γαμπρού Αχιλλέα με την Κλυταιμνήστρα, όπου το κοινό ξέρει τι συμβαίνει και οι δύο ήρωες ανακαλύπτουν τη σκευωρία που έχει στηθεί εις βάρος τους. To δράμα κορυφώνεται όταν ο υπηρέτης αποκαλύπτει το θανάσιμο μυστικό στην Κλυταιμνήστρα, προκαλώντας της σοκ, το οποίο η ίδια αποτυπώνει ρεαλιστικά και χωρίς υπερβολές.

Στη συνέχεια η Κλυταιμνήστρα δίνει ρεσιτάλ όταν ξεμπροστιάζει τον σύζυγό της, που επιμένει να κρύβει το μυστικό αλλά όταν αποκαλύπτεται, επιλέγει τη θυσία της κόρης του ταυτίζοντας κυνικά το συμφέρον της πατρίδας με την προσωπική του επιβίωση από το εξοργισμένο στράτευμα, την ώρα που η κόρη του σπαράζει και θρηνεί.

Το φινάλε είναι μοναδικό, αφού η Ιφιγένεια συνειδητοποιεί το αναπόφευκτο της μοίρας της και βουτά στην ψυχή της για να βρει θάρρος. Ακούει τον Αχιλλέα να της λέει -εκ του ασφαλούς- πόσο τη θαυμάζει την ώρα που αυτή οδεύει για θυσία, αλλά εκείνη έχει ωριμάσει βιαίως και, μεταμορφωμένη σε μια γυναίκα αγέρωχη –ενδεχομένως και με έπαρση-, έχει αποφασίσει να ξεφτιλίσει το κατεστημένο που με ευτελή συνθήματα πατριωτισμού επέλεξε να τη θυσιάσει. Δίνει εντολές στη μάνα της εν είδει διαθήκης και αφού τονίζει ότι «φτάνουν τα δάκρυα», καταλήγει με έναν μονολόγο-μανιφέστο να απογειώσει την ειρωνική διάσταση του έργου, αφού τελικά για να πέσει η Τροία και να ξεχωρίσουν οι Έλληνες από τους βάρβαρους, χρειάζεται απλώς το αίμα ενός κοριτσιού που έπεσε θύμα ενός «εσμού μωροφιλόδοξων, ληστρικών, συμφεροντολόγων και πολεμοχαρών που τη χρησιμοποιούν για να αποκομίσουν κέρδη από λεηλασία» όπως έχει γράψει εύστοχα ο κορυφαίος κριτικός Κώστας Γεωργουσόπουλος.

Η παράσταση, παρότι κρατά περίπου 90-100 λεπτά, δεν κουράζει σε κανένα σημείο, διότι το διαλογικό μέρος εναλλάσσεται άψογα με έναν εξαιρετικό χορό αποτελούμενο από νέες κοπέλες, που τραγουδούν και στέλνουν σύγχρονα κοινωνικά μηνύματα, ενώ η μουσική υπόκρουση αναδεικνύει τις δραματικές κορυφώσεις.

Μοναδικές και ρεαλιστικές ερμηνείες

Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος μας παραδίδει έναν Αγαμέμνονα που αμφιταλαντεύεται, πότε με λυγμούς και πότε με οργή, που οι ενοχές τον περιτριγυρίζουν αλλά η πολιτική του επιβίωση τον οδηγεί στην ηθική δειλία και τον απόλυτο κυνισμό, κι όλο αυτό χωρίς υπερβολές στην ερμηνεία.

Η Ιωάννα Παππά ως Κλυταιμνήστρα παρουσίασε έναν ρόλο που αποτύπωσε μοναδικά την ευριπίδεια ειρωνεία συνδυασμένη με την οργή που κουβαλάει μια γυναίκα εξαπατημένη και ως μάνα και ως σύζυγος. Η κινησιολογία και οι σαρδόνιοι μορφασμοί ίσως να φάνηκαν επιτηδευμένοι, αλλά πώς αλλιώς μπορεί να αποτυπωθεί ρεαλιστικά ο ψυχικός πόνος μιας γυναίκας-θύμα σκευωρίας και προδοσίας…

Η Μαρία Πετεβή είναι μοναδική, γιατί ως θυσιαζόμενη Ιφιγένεια απογειώνει την ειρωνική διάσταση του έργου και αποτυπώνει μοναδικά την εναλλαγή συναισθημάτων, από την απόλυτη ψυχική κατάρρευση ως τη σαρκαστική – ίσως και με δόση αλαζονείας- αποδοχή της θυσίας «για να σωθεί η χώρα». Καγχάζει, χλευάζει και ισοπεδώνει με την ειρωνεία της ένα φοβικό σύστημα εξουσίας ανθρώπων που κρύφτηκαν πίσω από μια κενόδοξη πατριωτική ρητορική για να αποποιηθούν τις ευθύνες τους.

Ο Άκης Σακελλαρίου αφήνει το στίγμα του με τον σκοτεινό και μοχθηρό είρωνα Μενέλαο που αποδομεί τον αδελφό του ως ηγέτη με μαεστρική ειρωνεία, ενώ ο Γιώργος Χρυσοστόμου μας παρουσιάζει έναν Αχιλλέα που θέλει να γίνει ήρωας αλλά τελικά καταλήγει στα σίγουρα και στον «ακίνδυνο» θαυμασμό. Πόση ειρωνεία!

Ο Θέμης Μουμουλίδης είναι κλασικός και ταυτόχρονα μοντέρνος. Διατηρεί την παραδοσιακή ερμηνεία της τραγωδίας ως πατριωτικού δράματος αλλά υποβαθμισμένη, αφού προτιμά να συνεχίσει την παρακαταθήκη του Σπύρου Ευαγγελάτου και να αναδείξει τον Ευριπίδειο ειρωνικό συμβολισμό της παραφροσύνης του πολέμου.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος