Ζόρικο αποδεικνύεται το φθινόπωρο για τα ελληνικά νοικοκυριά, με το 65% να θεωρεί ότι τα οικονομικά του επιδεινώθηκαν τους τελευταίους μήνες, από λίγο ως αισθητά. Το ότι οι Έλληνες καταναλωτές είναι μακράν οι πιο απαισιόδοξοι της Ευρώπης δεν αποτελεί πλέον είδηση, αλλά παγιωμένη κατάσταση.

Το νέο στοιχείο που προκύπτει από την τελευταία έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΟΒΕ, δεν είναι η περεταίρω υποχώρηση της ούτως ή άλλως καταβαραθρωμένης καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Η είδηση είναι ότι βαθαίνει η απαισιοδοξία των νοικοκυριών, πρωτίστως  για τα οικονομικά της χώρας και στη συνέχεια για την προσωπική τους οικονομική κατάσταση.

Το 70% καταναλωτών αναμένουν μικρή ως αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα τους επόμενους 12 μήνες, ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σύγκριση με Σεπτέμβριο (64%). Το 18% αναμένει σταθερότητα, ενώ το ΙΟΒΕ δεν δίνει καν τα στοιχεία για το πόσοι αναμένουν βελτίωση.

Αντίστοιχα, σχεδόν οι έξι στους δέκα (58%), περιμένουν ότι τα οικονομικά τους θα επιδεινωθούν το προσεχές διάστημα, με μόλις ένα 6% να προβλέπει μικρή βελτίωση.

Μια πιθανή εξήγηση για το βάθεμα της απαισιοδοξίας των καταναλωτών μπορεί να είναι ο συνδυασμός της συσσωρευμένης οικονομικής κόπωσης και της περιρρέουσας αβεβαιότητας. Μην ξεχνάμε ότι διανύουμε τον πέμπτο χρόνο συνεχιζόμενων πληθωριστικών πιέσεων, ξεκινώντας από το καλοκαίρι του 2021.

Μπορεί να έχουμε αφήσει πίσω μας τις εποχές των διψήφιων ρεκόρ, με αποκορύφωμα το καλοκαίρι του 2022, όταν ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε σχεδόν σε υψηλά 30ετιας. Όμως για τα νοικοκυριά λίγη ανακούφιση προσφέρει το γεγονός ότι ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε τον Οκτώβριο (1,7%), όταν οι συνέπειες των ανατιμήσεων δρουν σωρευτικά.

Αντίστοιχα, μπορεί το ΑΕΠ στην Ελλάδα να αυξάνεται με ταχύτερους ρυθμούς από την Ευρωζώνη, ωστόσο η δυναμική της ανάπτυξης επιβραδύνεται και τα οφέλη της δεν διαχέονται στην κοινωνική πλειοψηφία, που εξακολουθεί να ζει χειρότερα από ό,τι πριν την κρίση. Παράλληλα αδειάζει η κλεψύδρα για την ολοκλήρωση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και ο φόβος της επόμενης μέρας εντείνεται. Αν σε αυτά προσθέσουμε τις εύθραυστες διεθνείς ισορροπίες, δημιουργείται ένα κοκτέιλ ανασφάλειας, το οποίο επηρεάζει αρνητικά τις προσδοκίες των νοικοκυριών.

Οι δηλώσεις της  προέδρου της Ένωσης Καταναλωτών «Η ποιότητα ζωής» (ΕΚΠΟΙΖΩ), κ Καλαποθαρακου είναι ενδεικτικές. «Τα μηνύματα που εισπράττουμε από τους καταναλωτές, μέλη μας και μη, δείχνουν ότι έχει συσσωρευθεί η απογοήτευση, αλλά και η έλλειψη εμπιστοσύνης. Τα νοικοκυριά, ιδίως τα πιο ευάλωτα, δεν βλέπουν ανακούφιση από την επιδοματική πολιτική, ούτε από τα μέτρα  για την ακρίβεια – όπως η πρόσφατη πρωτοβουλία μείωσης τιμών σε 2000  κωδικούς στα σούπερ μάρκετ.

Εκτός από την απογοήτευση, βλέπουμε ότι όλο και περισσότερα νοικοκυριά οδηγούνται σε αδιέξοδο, περιθωριοποίηση ή ακόμα και την ενεργειακή φτωχοποίηση  .

Η επιβράδυνση του πληθωρισμού για τα νοικοκυριά δεν σημαίνει τίποτα. Δυστυχώς αυτό δεν αποτυπώνεται στην καθημερινότητα της ζωής μας.  Οι σωρευτικές ανατιμήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες και έχει εξανεμιστεί προ πολλού η όποια ονομαστική αύξηση στα εισοδήματα, όσο και τα επιδόματα που δίνονται.

Ακόμα και κάποια βοηθήματα-ψίχουλα που δίνονται, όπως τα 250 ευρώ σε χαμηλοσυνταξιούχους, πολλές φορές δεν φτάνουν σε όσους τα χρειάζονται, καθώς υπάρχουν διάφοροι εισοδηματικοί και ηλικιακοί κόφτες. Δεχόμαστε πολλά μηνύματα από συνταξιούχους κάτω των 65 ετών, που μας λένε ότι ‘εγώ δεν μπορώ να επιβιώσω, γιατί να μην πάρω έστω αυτά τα λίγα χρήματα να καλύψω άμεσες ανάγκες;’»

Σύμφωνα με την πρόεδρο της ΕΚΠΟΙΖΩ, ένα μείζων κοινωνικό ζήτημα είναι τα κόκκινα δάνεια, που έχουν περάσει στα χέρια funds και servicers. “To πρόβλημα χειροτερεύει και η θηλιά σφίγγει γύρω από τους καταναλωτές. Πλέον τα δάνεια έχουν φύγει από τις τράπεζες και έχουν περάσει στα χέρια των funds, που δρουν κυριολεκτικά σαν αρπακτικά, χωρίς καμία κοινωνική ευαισθησία. Βγάζουν σε πλειστηριασμό ακόμα και τα σπίτια ευάλωτων νοικοκυριών.”