
Η συζήτηση για το αν η κατανάλωση φέρνει την ευτυχία φουντώνει κάθε χρόνο τέτοια εποχή, όταν ο μισός πληθυσμός στη Δύση περιμένει στη σειρά για την «ευκαιρία της χρονιάς» στη Black Friday και -περίπου- ο άλλος μισός αναρωτιέται σε ποια ουρά να περιμένει.
Οι έρευνες της «οικονομίας της ευτυχίας» –που έχουν πλέον μισό αιώνα στην πλάτη τους– φωνάζουν το ίδιο πράγμα: η κατανάλωση κάπως βοηθά, αλλά όχι πολύ. Συχνά η κοινωνική πίεση να αγοράσουμε κάτι, μοιάζει πιο δυνατή από την ίδια την ανάγκη.
Οι μελέτες δείχνουν ότι το πόσα καταναλώνουμε επηρεάζει μόλις ένα μικρό κομμάτι της ευτυχίας μας. Οι άνθρωποι προσαρμόζονται σχεδόν σε όλα –στο καινούργιο κινητό, στο πιο μεγάλο σπίτι, στο «δώρο στον εαυτό μας»– τόσο γρήγορα που η χαρά ξεφουσκώνει σαν μπαλόνι την επόμενη μέρα. Θέλεις συνεχώς κάτι παραπάνω για να νιώσεις το ίδιο.
Κι έπειτα υπάρχει η κοινωνική σύγκριση. Δεν αρκεί να έχεις κάτι, πρέπει να το έχεις σε σχέση με τους άλλους. Αν οι γείτονες αλλάζουν αυτοκίνητα σαν τα πουκάμισα, τα δικά σου φρένα που τρίζουν ακούγονται πιο δυνατά. Σε πόλεις με πολλές Ferrari, λέει μια μελέτη, ο μέσος όρος ευτυχίας πέφτει. Γιατί; Γιατί, όσο κι αν δεν το παραδεχόμαστε, κοιτάμε βιτρίνες –και όχι μόνο τις εμπορικές.
Οι γονείς μας έλεγαν ότι η φτήνια τρώει τον παρά. Και οι Αγγλοι «Δεν είμαι πλούσιος ώστε να αγοράζω φτηνά πράγματα». Υπό την έννοια ότι μια ακριβή αγορά είναι ένα είδος επένδυσης που θα σε «βγάλει» για κάμποσα χρόνια. Από τότε όμως έχουν περάσει πολλά χρόνια και έχουν επαναπροσδιοριστεί ακόμη περισσότερες συνθήκες.
Υπάρχουν όμως και δαπάνες που έχουν πραγματικό αντίκτυπο: τα ταξίδια, οι εμπειρίες, οι στιγμές με άλλους ανθρώπους, η γνώση με ένα βιβλίο. Αυτά κρατάνε. Δεν σκονίζονται στο ράφι.
Οι οικονομολόγοι της συμπεριφοράς εξηγούν ότι υπερεκτιμάμε την απόλαυση μιας αγοράς και υποτιμάμε το πόσο γρήγορα θα τη βαρεθούμε. Και φυσικά, έρχεται η προσφορά –το μεγάλο κόλπο της Μαύρης Παρασκευής– που μας κάνει να πιστεύουμε ότι κερδίζουμε κάτι ακόμη κι όταν δεν χρειαζόμαστε τίποτα.
Το πιο ενδιαφέρον εύρημα, όμως, είναι άλλο: οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι δεν καταναλώνουν περισσότερο. Καταναλώνουν λιγότερο. Χτίζουν εμπειρίες, όχι συλλογές και ράφια. Ξοδεύουν συνειδητά, όχι παρορμητικά. Και το αποτέλεσμα δεν είναι μόνο ένα λιγότερο ισχνό πορτοφόλι, αλλά κυρίως ένα πιο πλούσιο μυαλό.
Η προχθεσινή Μαύρη Παρασκευή μπορεί να έκανε πιο άσπρα τα λογιστικά των εταιρειών. Αλλά στην πραγματική ζωή, το χρώμα της ευτυχίας σπάνια βρίσκεται σε μια σακούλα με καινούργιο logo.
Βρίσκεται κάπου αλλού. Σε πράγματα που συνήθως δεν μπαίνουν σε προσφορά.