
Πως έφτασαν οι αρχές στην εξιχνίαση του φονικού στην Αγ. Παρασκευή- Την Δευτέρα η απολογία των 5 συλληφθέντων
- Πώς οργάνωσαν τη δολοφονία- Οι συνομιλίες μέσω Signal, η νοικιασμένη Porsche και η τελευταία φωτογραφία του
Σε αστυνομικό θρίλερ παραπέμπει η εν ψυχρώ δολοφονία του Πολωνού πανεπιστημιακού καθηγητή στην Αγία Παρασκευή στις 4 Ιουλίου, την οποία εξιχνίασε ο τμήμα ανθρωποκτονιών της ΕΛ.ΑΣ., όπου ο φερόμενος ως φυσικός αυτουργός και εκτελεστής που οδηγήθηκε χθες στον Εισαγγελέα, είναι από τον Πύργο. Μάλιστα η οικογένειά του διατηρούσε γνωστή επιχείρηση στην πόλη και το γεγονός αυτό έχει σοκάρει από χθες την τοπική κοινωνία.
Για το έγκλημα, συνελήφθησαν ακόμα η 43χρονη Ελληνίδα και πρώην σύζυγος του θύματος – σύντροφος του 35χρονου από τον Πύργο- δύο Αλβανοί και ένας Βούλγαρος. Όλοι οι υπόλοιποι, εκτός από την 43χρονη, φέρονται να έχουν ομολογήσει και να έχουν περιγράψει καρέ – καρέ το στυγερό έγκλημα. Μάλιστα ο καθηγητής φέρεται να είχε κάνει μήνυση στον σύντροφο της πρώην συζύγου του έναν χρόνο πριν για ξυλοδαρμό και απειλή.
Στην πρώην σύζυγο και τους συνεργούς της στη δολοφονία του Πολωνού καθηγητή, ασκήθηκαν διώξεις για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Και οι πέντε συλληφθέντες πήραν προθεσμία να απολογηθούν τη Δευτέρα. Όσον αφορά στον Ηλείο νυν σύντροφο της πρώην συζύγου του θύματος, του ασκήθηκε ποινική δίωξη και για παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Στην πρώην σύζυγό ασκήθηκε ποινική δίωξη για ηθική αυτουργία στην ανθρωποκτονία, ενώ στους τρεις συνεργούς τους, ασκήθηκε ποινική δίωξη για συνέργεια στην ανθρωποκτονία. Η απολογία τους θα γίνει τη Δευτέρα 21 Ιουλίου στη 2η ανακρίτρια Ανηλίκων, δεδομένου ότι ο ένας εκ των συνεργών είναι ανήλικος.
Καταιγιστικές οι εξελίξεις
Οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές στην υπόθεση της εν ψυχρώ δολοφονίας του 43χρονου Πολωνού καθηγητή στην Αγία Παρασκευή, με το κουβάρι να ξετυλίγεται ώρα με την ώρα και νέα στοιχεία να φωτίζουν τις κινήσεις των δραστών, αλλά και τον ρόλο της πρώην συζύγου του θύματος, που παραμένει στο επίκεντρο των ερευνών.
Σύμφωνα με το protothema o φερόμενος ως φυσικός αυτουργός της δολοφονίας, κατά την ομολογία του στους αστυνομικούς, εμφανίστηκε σχεδόν μετανιωμένος, λέγοντας: «Δεν άντεχα να τη βλέπω άλλο στεναχωρημένη και αγχωμένη, και είπα θα το κάνω. Εγώ τα έχω κάνει όλα». Ο ίδιος φαίνεται να επιχείρησε να πάρει όλη την ευθύνη πάνω του, ωστόσο τα υπόλοιπα στοιχεία που έχουν προκύψει περιγράφουν οργανωμένη δράση με γνώση και συνεργασία της πρώην συζύγου. Αντιθέτως, η πρώην σύζυγος του καθηγητή συνεχίζει να αρνείται κάθε εμπλοκή στη δολοφονία του Πολωνού πανεπιστημιακού καθηγητή, η οποία κατηγορείται από τις Αρχές ως ηθικός αυτουργός του εγκλήματος.
Όπως προκύπτει από την απολογία του, ο δράστης στρατολόγησε τρεις συνεργούς –δύο υπηκόους Αλβανίας και έναν υπήκοο Βουλγαρίας– λέγοντάς τους χαρακτηριστικά: «Θέλουμε να πάμε κάπου να τραμπουκίσουμε κάποιον που ενοχλεί την κοπέλα μου». Μάλιστα, για να διασκεδάσει τις ανησυχίες τους, τους διαβεβαίωσε πως «αν χρειαστείτε δικηγόρους, θα πληρώσει η Νάντια. Μην ανησυχείτε. Εάν στραβώσει κάτι, είμαστε εντάξει».
Η νοικιασμένη Porsche και το αποτυχημένο άλλοθι
Για τη μετακίνησή τους χρησιμοποιήθηκε μια νοικιασμένη Porsche Cayenne, που σύμφωνα με τα στοιχεία των Αρχών εντοπίστηκε και ταυτοποιήθηκε μέσω της εταιρείας ενοικίασης, οδηγώντας στα στοιχεία των δύο Αλβανών. Το όχημα φέρεται να παρακολουθούσε τον 43χρονο από τη στιγμή που εκείνος βρισκόταν στο Χαϊδάρι για συνεδρία με την πρώην σύζυγο και τα παιδιά τους, μέχρι την Αγία Παρασκευή όπου στήθηκε το φονικό καρτέρι.
Αμέσως μετά τη δολοφονία, ο εκτελεστής φέρεται να εγκατέλειψε τους συνεργούς του και να επιβιβάστηκε σε ταξί με προορισμό το Ναύπλιο, επιχειρώντας να κρυφτεί. Παράλληλα, είχε δώσει το κινητό και τα κλειδιά του αυτοκινήτου του σε άλλο πρόσωπο, προκειμένου να δημιουργήσει ψευδές άλλοθι ότι δήθεν βρισκόταν στην Αργολίδα και όχι στον τόπο του εγκλήματος.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και το γεγονός ότι το όπλο της δολοφονίας, κατά δήλωσή του, το προμηθεύτηκε από την Ομόνοια, χωρίς να έχει γίνει ακόμα εφικτός ο εντοπισμός του.

Η φωτογραφία που «καίει» την πρώην σύζυγο
Όσον αφορά την πρώην σύζυγο του καθηγητή, φέρεται να επιχείρησε να εξαφανίσει κάθε ίχνος: αμέσως μετά τη δολοφονία έκλεισε το τηλέφωνό της και έσβησε όλα τα δεδομένα. Παρ’ όλα αυτά, οι αστυνομικοί εντόπισαν στο κινητό της μια φωτογραφία του θύματος τραβηγμένη από πίσω, την ημέρα της δολοφονίας, που δείχνει τι ακριβώς φορούσε – γεγονός που, σύμφωνα με τις Αρχές, τεκμηριώνει τον ρόλο της στην προετοιμασία του εγκλήματος. Δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί σε ποιον στάλθηκε η εικόνα.
Παράλληλα, αν και το κινητό του καθ’ ομολογίαν δολοφόνου δεν έχει εντοπιστεί, οι έρευνες αποκάλυψαν πως οι επικοινωνίες του με την πρώην σύζυγο γίνονταν μέσω της κρυπτογραφημένης εφαρμογής Signal, χρησιμοποιώντας αριθμό που ανήκε στον γιο της.
Όλα αυτά τα στοιχεία σύμφωνα με ρεπορτάζ από το protothema “ενισχύουν την πεποίθηση των Αρχών πως επρόκειτο για μια προμελετημένη δολοφονία, με ξεκάθαρη εμπλοκή περισσότερων προσώπων. Οι τέσσερις άνδρες έχουν ήδη ομολογήσει, ενώ η γυναίκα επιμένει στην άρνηση κάθε εμπλοκής. Η υπόθεση οδηγείται πλέον ενώπιον της Δικαιοσύνης, με το κατηγορητήριο να περιλαμβάνει ανθρωποκτονία από πρόθεση, ηθική αυτουργία και συνέργεια σε δολοφονία.
Αμέσως μετά τη δολοφονία, ο εκτελεστής φέρεται να εγκατέλειψε τους συνεργούς του και να επιβιβάστηκε σε ταξί με προορισμό το Ναύπλιο, επιχειρώντας να κρυφτεί. Παράλληλα, είχε δώσει το κινητό και τα κλειδιά του αυτοκινήτου του σε άλλο πρόσωπο, προκειμένου να δημιουργήσει ψευδές άλλοθι ότι δήθεν βρισκόταν στην Αργολίδα και όχι στον τόπο του εγκλήματος. Ιδιαίτερη σημασία έχει και το γεγονός ότι το όπλο της δολοφονίας, κατά δήλωσή του, το προμηθεύτηκε από την Ομόνοια, χωρίς να έχει γίνει ακόμα εφικτός ο εντοπισμός του.”
Από την πρώτη στιγμή στο κάδρο των υπόπτων
Σύμφωνα με το newsit «Η 43χρονη αλλά και ο σύντροφος της από την πρώτη στιγμή είχαν μπει στο κάδρο με τους βασικούς υπόπτους. Η πρώτη φορά που φέρεται να ήρθε αντιμέτωπος ο καθηγητής με τον μετέπειτα δολοφόνο του ήταν στις 15 Μαΐου του 2024, όταν ο πατέρας των δύο παιδιών πήγε στην αστυνομία και κατέθεσε μήνυση σε βάρος του 35χρονου για σωματικές βλάβες και απειλές.
Το 2013 μαζί με συγγενικό του πρόσωπο είχαν χτυπήσει ένα πατέρα και το γιο του οι οποίοι μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο. Το 2019 είχε κατηγορηθεί για φθορά ξένης περιουσίας, ενώ ένα χρόνο αργότερο μήνυση εναντίον του είχε καταθέσει και μια πρώην σύντροφος του. Στις 21 Δεκεμβρίου του 2020 η γυναίκα είχε μεταβεί στο αστυνομικό τμήμα και κατήγγειλε τον 35χρονο για ενδοοικογενειακή βία, ενώ μέσα στη δικογραφία συμπεριληφθεί το αδίκημα της κλοπής αλλά και την παράβασης του νόμου περί όπλων. Όπως ανέφερε για το αδίκημα της κλοπής τότε η γυναίκα, ο 35χρονος μαζί με άλλο ένα άτομο της διέρρηξαν το σπίτι στο Σαρακήνικο της Εύβοιας και της άρπαξαν 198 χρυσές λίρες, 70.000 ευρώ, κοσμήματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα και έγγραφα…»