Η πρωτοποριακή έρευνα του Γιάννη Σανίδα, καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και ερευνητή στο Κέντρο Μελέτης Καρκίνου του Mass General Hospital στη Βοστώνη
«Αρκετές φορές αναπολώ την ξεγνοιασιά των παιδικών μου χρόνων και τα παιχνίδια με τα φυσοκάλαμα», μου λέει και ηχεί περίεργα αυτή η λέξη στο περιβάλλον όπου βρισκόμαστε: στο κέντρο της Βοστώνης, σε ένα από τα μεγαλύτερα αμερικανικά πανεπιστημιακά νοσοκομεία. Ομως η νοσταλγία έχει τους δικούς της κανόνες, οπότε η κουβέντα μας με τον Γιάννη Σανίδα, επίκουρο καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διακεκριμένο ερευνητή στο Κέντρο Μελέτης Καρκίνου του Mass General Hospital δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από τη γενέθλια πόλη του.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η μητέρα του εργαζόταν σε ένα μικροβιολογικό εργαστήριο στο ΙΚΑ και ο πατέρας του είχε ένα μικρό βιβλιοπωλείο στην οδό Κασσάνδρου. «Εκεί περνούσα το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου μου, διαβάζοντας μετά μανίας ό,τι έπεφτε στα χέρια μου, κυρίως τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν. Άνοιξαν οι ορίζοντές μου μέσα από τα βιβλία, οργίαζε η φαντασία μου, κι ας μη συνειδητοποιούσα εκείνα τα χρόνια πόσο πολύτιμη θα ήταν αυτή η κληρονομιά», λέει στην «Κ».
Το έναυσμα
Από τους γονείς του είχε απόλυτη ελευθερία και στήριξη στο να επιλέξει τι ήθελε να κάνει στη ζωή του. Σπούδασε Χημεία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, «γιατί ένας καθηγητής στο λύκειο με έκανε να την αγαπήσω. Είχα παθιαστεί με την οργανική σύνθεση· ήθελα να δημιουργώ νέες ενώσεις, μόρια με συγκεκριμένα δομικά χαρακτηριστικά, χωρίς τότε να σκέφτομαι απαραίτητα τις βιολογικές τους επιδράσεις ή την εφαρμογή τους στη φαρμακευτική βιομηχανία. Μετά το πτυχίο, και έχοντας γοητευτεί από τη Βιοχημεία κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, αποφάσισα να εμβαθύνω στο συγκεκριμένο επιστημονικό αντικείμενο μέσω ενός μεταπτυχιακού. Πράγματι, απέκτησα πολλές γνώσεις στη μοριακή βιολογία και έμαθα καινούργιες τεχνικές. Κι έπειτα μπήκε το “μικρόβιο” της έρευνας μέσα μου, σε μια εποχή που είχε ολοκληρωθεί η αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, και διαβάζαμε με δέος σχετικές δημοσιεύσεις σε περιοδικά όπως το Nature και το Science. Το διδακτορικό ήταν μονόδρομος. Οι γονείς μου εξέφρασαν την επιθυμία να με στηρίξουν οικονομικά. “Μόνο με υποτροφία, όχι εις βάρος σας”, τους απάντησα, και πράγματι εξασφάλισα υποτροφία από το ΙΚΥ». Στα τέλη της δεκαετίας του 2000, μετά το διδακτορικό του, σε ένα συνέδριο γνώρισε τον Φίλιππο Τσίχλη, καθηγητή Αιματολογίας και Ογκολογίας τότε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Tufts. Είχε ήδη ανακαλύψει μια σειρά ογκογονιδίων –μεταλλαγμένες μορφές γονιδίων που οδηγούν τα φυσιολογικά κύτταρα σε υπερβολική ανάπτυξη και προκαλούν τη μετατροπή τους σε καρκινικά– και η έρευνά του είχε σημαντικό αντίκτυπο στην κατανόηση της παθογένειας και στη θεραπευτική στόχευση του καρκίνου. «Το συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο με συνάρπασε, και για μία ακόμα φορά στάθηκα τυχερός: ο κ. Τσίχλης με δέχτηκε ως μεταδιδακτορικό ερευνητή στο εργαστήριό του. Ετσι, τον Δεκέμβριο του 2009, σε ηλικία τριάντα ετών, πέρασα τον Ατλαντικό και εγκαταστάθηκα στη Βοστώνη».
Με ένα στρώμα
Η αρχή ήταν πολύ δύσκολη. «Δεν είχα φύγει ποτέ από τη Θεσσαλονίκη, έπρεπε να βρω τα πατήματά μου σε ένα τόσο διαφορετικό περιβάλλον και να οργανώσω την καθημερινότητά μου. Πέρασα τις πρώτες εβδομάδες όπως σχεδόν όλοι οι Έλληνες που έρχονται στις ΗΠΑ για σπουδές: σε ένα μικρό διαμέρισμα με μόνο ένα στρώμα για να κοιμάμαι, μέχρι να καταφέρω να αγοράσω τα στοιχειώδη έπιπλα. Αρκετές φορές σκέφτηκα να τα παρατήσω και να επιστρέψω στην πατρίδα. Με κράτησαν μερικοί καλοί φίλοι από την Ελλάδα, ανάμεσά τους η μετέπειτα σύζυγός μου, Αλεξάνδρα Τουρούτογλου, καθηγήτρια Νευρολογίας στο Χάρβαρντ σήμερα και διευθύντρια Νευροαπεικόνισης στην Κλινική Μετωποκροταφικής Ανοιας του Mass General Hospital».
Η λειτουργία της RB – Επιδιώκουμε να κατανοήσουμε τη μοριακή πολυπλοκότητα της λειτουργίας της πρωτεΐνης RB και να προσδιορίσουμε τις επιπτώσεις της απενεργοποίησής της σε διάφορους ανθρώπινους καρκίνους.
Ευτυχώς έμεινε στις ΗΠΑ. Γιατί εκεί του δόθηκαν η ευκαιρία και τα «εργαλεία» να αναπτύξει το ερευνητικό του έργο. Η έρευνά του εστιάζει στον κυτταρικό κύκλο, δηλαδή στη διαδικασία μέσω της οποίας ένα κύτταρο μεγαλώνει, αντιγράφει το DNA του, προετοιμάζεται για διαίρεση και τελικά χωρίζεται σε δύο νέα κύτταρα. «Πρόκειται για μια ακολουθία γεγονότων καθοριστική, γιατί διασφαλίζει την πιστή και ακριβή αντιγραφή του γενετικού υλικού, επιτρέπει την ανάπτυξη και επιδιόρθωση των ιστών, καθώς και την αναπαραγωγή κυττάρων. Διαταραχές στη λειτουργία της ενδέχεται να οδηγήσουν σε ασθένειες όπως ο καρκίνος· όλες οι μορφές της νόσου αναζητούν τρόπους να παρακάμψουν τους κανόνες του κυτταρικού κύκλου, ώστε τα κύτταρά τους να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα», εξηγεί.
Βασικός ρυθμιστής της κυτταρικής διαίρεσης και αποδέκτης όλων των σηματοδοτικών μονοπατιών είναι η πρωτεΐνη καταστολής όγκων RB. Στα υγιή κύτταρα, η RB αποτρέπει τον περιττό πολλαπλασιασμό, αλλά σε πολλούς καρκίνους η λειτουργία της απενεργοποιείται. «Η απώλειά της είναι πιο συχνή σε ορισμένους όγκους, αλλά η απενεργοποίηση της λειτουργίας της απαντάται σχεδόν σε όλους τους τύπους καρκίνου. Στο εργαστήριό μου επιδιώκουμε να κατανοήσουμε τη μοριακή πολυπλοκότητα της λειτουργίας της RB και να προσδιορίσουμε τις επιπτώσεις της απενεργοποίησής της σε διάφορους ανθρώπινους καρκίνους», συνεχίζει ο Ελληνας επιστήμονας.
«Τα τελευταία δέκα χρόνια, μεγάλο μέρος της έρευνας επικεντρώνεται σε μοριακές θεραπείες που στοχεύουν στην ενεργοποίηση της RB, όπως αυτές που χρησιμοποιούνται με επιτυχία στον καρκίνο του μαστού. Σκοπός μας είναι να αξιοποιήσουμε στο μέγιστο το ήδη υπάρχον θεραπευτικό δυναμικό και να συμβάλουμε με καινούργια μοριακά εργαλεία στην ανάπτυξη νέας γενιάς στοχευμένων θεραπειών που θα αποκαθιστούν ή θα μιμούνται την ογκοκατασταλτική δράση της RB. Αν κατανοήσουμε σε βάθος πώς τα καρκινικά κύτταρα παρακάμπτουν τον έλεγχο του κυτταρικού κύκλου, πολλοί τύποι καρκίνου δεν θα είναι πια ανίκητοι».
Νέα γενιά θεραπειών – Σκοπός μας είναι να συμβάλλουμε με καινούργια μοριακά εργαλεία στην ανάπτυξη νέας γενιάς στοχευμένων θεραπειών που θα αποκαθιστούν ή θα μιμούνται την ογκοκατασταλτική δράση της RB.
Τα κρεβάτια της ελπίδας
Στην πτέρυγα του Henri and Belinda Termeer Center for Targeted Therapies, με το οποίο συνεργάζεται, φτάνουν ασθενείς σε τελικό στάδιο, όταν δεν υπάρχει πια κανένα θεραπευτικό μέσο να τους βοηθήσει. «Νοσηλεύονται στα “κρεβάτια της ελπίδας”, όπως τα αποκαλούμε, και υποβάλλονται σε πειραματική θεραπεία στο πλαίσιο κλινικών δοκιμών. Σε αρκετούς βλέπουμε εντυπωσιακά αποτελέσματα, χωρίς όμως να μπορούμε πάντα να κατανοήσουμε το γιατί, πέρα από τη “μοριακή υπογραφή” που είναι διαφορετική σε κάθε ασθενή. Αυτός είναι ο στόχος μας ως ερευνητών: να χρησιμοποιούμε τα δεδομένα από τις πειραματικές θεραπείες και να συνάγουμε συμπεράσματα που θα συμβάλουν στη λύση του αινίγματος του καρκίνου, ώστε να ωφεληθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι ασθενείς».
Η απενεργοποίηση της RB είναι κομβική για την ανάπτυξη καρκίνου, λοιπόν. Κομμάτι της δουλειάς του Ελληνα ερευνητή και της ομάδας του είναι να βρουν τρόπους να την ενεργοποιήσουν ώστε να οδηγήσει στην αναστολή της ανάπτυξης των όγκων. Χρησιμοποιούν καρκινικά κύτταρα από βιοψίες μεταστατικής αλλοίωσης ασθενών, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται πλέον στις συνήθεις θεραπείες.
Τα καλλιεργούν στο εργαστήριο και βλέπουν in vitro τη συμπεριφορά της RB απέναντι σε διάφορες φαρμακευτικές ουσίες κι όταν κάποια από αυτές λειτουργεί, θα περάσει στο επόμενο στάδιο των κλινικών δοκιμών. «Θα γίνει ένα ακόμα σημαντικό βήμα ώστε να εκπληρωθεί ο στόχος μας: να έχουμε συμβάλει στη δημιουργία ενός νέου φαρμάκου που θα βοηθά τους καρκινοπαθείς χωρίς παρενέργειες», επισημαίνει.
Πριν από μερικά χρόνια ο Γιάννης Σανίδας έχασε τον πατέρα του από ένα πολύ δύσκολο στη διάγνωσή του και επιθετικό αδενοκαρκίνωμα στο πάγκρεας. «Ηταν τόσο προχωρημένο όταν διαγνώστηκε που, αν ζούσε στην Αμερική, είναι βέβαιο ότι δεν θα τον χειρουργούσαν. Στην Ελλάδα οι χειρουργοί πήραν το ρίσκο, έκαναν την επέμβαση κι έτσι κέρδισε λίγο χρόνο ακόμα, προλαβαίνοντας να δει τουλάχιστον το πρώτο του εγγόνι, τον γιο της αδελφής μου. Είναι προσωπική υπόθεση για μένα, λοιπόν, να συμβάλω με όλες μου τις δυνάμεις στον πόλεμο κατά αυτής της ασθένειας…».
Τασούλα Επτακοίλη