REUTERS/Dilara Senkaya/Pool

Η διακήρυξη, υπογεγραμμένη στην Αίθουσα του Θρόνου του Πατριαρχικού Οίκου, συνοδεύτηκε από συγκινητικές στιγμές – Αναζητείται λύση για κοινό εορτασμό του Πάσχα

Σε μια ιστορική ημέρα για τις σχέσεις Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Πάπας Λέων ΙΔ’ υπέγραψαν στο Φανάρι μια Κοινή Δήλωση που επαναφέρει στο επίκεντρο το Σύμβολο της Νίκαιας ως κοινό τόπο πίστης και χαράσσει τον οδικό χάρτη για τα επόμενα βήματα θεολογικού διαλόγου και ενότητας.

Η διακήρυξη, υπογεγραμμένη στην Αίθουσα του Θρόνου του Πατριαρχικού Οίκου, συνοδεύτηκε από συγκινητικές στιγμές κατά την επίσημη δοξολογία στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου.

REUTERS/Dilara Senkaya/Pool

Η Κοινή Δήλωση: Η Νίκαια ως θεμέλιο ενότητας

Στην Κοινή Δήλωση, οι δύο Προκαθήμενοι τονίζουν ότι παρά τις ιστορικές διαφορές που οδήγησαν στο Σχίσμα, η πίστη που εκφράζεται στο Σύμβολο της Νίκαιας αποτελεί κοινή βάση.
«Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που μας ενώνει είναι η πίστη που εκφράζεται στο Σύμβολο της Νίκαιας», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, επαναβεβαιώνουν τη σταθερή τους πρόθεση να συνεχίσουν «με στέρεη αποφασιστικότητα» τον θεολογικό διάλογο για την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ των δύο Εκκλησιών.

Νέα βήματα και κοινό Πάσχα

Η επέτειος των 1.700 ετών από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, που τιμήθηκε την παραμονή της συνάντησής τους, περιγράφεται ως «στιγμή χάριτος» και ευκαιρία για νέα, τολμηρά βήματα προς την ενότητα.

Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στο ζήτημα του κοινού εορτασμού του Πάσχα.
Οι δύο ηγέτες εκφράζουν χαρά που το 2025 όλοι οι Χριστιανοί γιόρτασαν την Ανάσταση την ίδια ημέρα και υπογραμμίζουν την κοινή επιθυμία να βρεθεί μια μόνιμη λύση ώστε το Πάσχα να εορτάζεται από κοινού κάθε χρόνο.

Δέσμευση στον διάλογο

Στο κείμενο της Διακήρυξης εκφράζεται έντονη υποστήριξη στη Μεικτή Διεθνή Επιτροπή Θεολογικού Διαλόγου και σε κάθε πρωτοβουλία που προωθεί συνεννόηση, προσευχή και αδελφική συνεργασία.

Σε μια εποχή έντονων γεωπολιτικών εντάσεων, η Διακήρυξη περιέχει σαφή καταδίκη της εργαλειοποίησης της θρησκείας: «Απορρίπτουμε οποιανδήποτε χρήση της θρησκείας και του ονόματος του Θεού για να δικαιολογηθεί η βία», υπογραμμίζουν.

Καλούν, επίσης, τους πολιτικούς ηγέτες να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για την άμεση παύση πολεμικών συγκρούσεων και προτρέπουν τους λαούς να εργαστούν για ειρήνη, συμφιλίωση και προστασία της δημιουργίας.

Συγκινητικές στιγμές στο Φανάρι

Ο Πάπας Λέων ΙΔ’ έφθασε το μεσημέρι στο Φανάρι, όπου τον υποδέχθηκε ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην είσοδο του Πατριαρχικού Ναού. Οι δύο Προκαθήμενοι άναψαν μαζί κερί, προσκύνησαν την εικόνα και εισήλθαν στον ναό όπου τελέστηκε Δοξολογία παρουσία του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεοδώρου, ιεραρχών από Ρώμη και Κωνσταντινούπολη και διπλωματικών εκπροσώπων.

Στις ομιλίες τους, αναφέρθηκαν στις προκλήσεις της εποχής και στην ανάγκη ενιαίας χριστιανικής μαρτυρίας. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μίλησε για το «ευλογημένο ξεκίνημα» της παπικής διακονίας με προσκύνημα στη Νίκαια, ενώ ο Πάπας Λέων δεν έκρυψε τη συγκίνησή του που «πατά στα βήματα» των προκατόχων του Παύλου ΣΤ’, Ιωάννη Παύλου Β’, Βενέδικτου ΙΣΤ’ και Φραγκίσκου.

Ανταλλαγή δώρων με υψηλό συμβολισμό

Μετά την υπογραφή της Διακήρυξης, ο Οικουμενικός Πατριάρχης προσέφερε στον Πάπα ένα πετραχήλι και σταυρό, ενώ ο Πάπας Λέων ΙΔ’ του χάρισε ένα ψηφιδωτό του Παντοκράτορος — μια κίνηση αμοιβαίας τιμής και πνευματικού συμβολισμού.

REUTERS/Dilara Senkaya/Pool
REUTERS/Dilara Senkaya/Pool

Ένα ιστορικό βήμα με το βλέμμα στο μέλλον

Η κοινή διακήρυξη της 29ης Νοεμβρίου 2025 έρχεται 60 χρόνια μετά την ιστορική άρση των αφορισμών του 1054 και ανοίγει έναν νέο κύκλο προσέγγισης μεταξύ των δύο Εκκλησιών.

Με αναφορές στη Νίκαια, στη θεολογική παράδοση των πρώτων αιώνων και στην ανάγκη ενότητας απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις, τα δύο κορυφαία πρόσωπα της Χριστιανοσύνης χαράσσουν μια πορεία ενότητας.

Όλη η Δήλωση

Ακολουθεί όλη η Δήλωση όπως αναρτήθηκε και στη σελίδα του Βατικανού. 

«Δοξολογείτε τον Κύριο, διότι είναι αγαθός,
διότι εις τον αιώνα το έλεός Του»
Ψαλμός 106 (105), 1

Την παραμονή της εορτής του Αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου Αποστόλου, αδελφού του Αποστόλου Πέτρου και προστάτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εμείς, ο Πάπας Λέων ΙΔ’ και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ευχαριστούμε εκ καρδίας τον Θεό, τον ελεήμονα Πατέρα μας, για το δώρο αυτής της αδελφικής συνάντησης. Ακολουθώντας το παράδειγμα των σεβάσμιων προκατόχων μας και υπακούοντας στη θέληση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, συνεχίζουμε να πορευόμαστε με σταθερή αποφασιστικότητα στον δρόμο του διαλόγου, με αγάπη και αλήθεια (πρβλ. Εφ. 4,15), προς την πολυπόθητη αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ των αδελφών Εκκλησιών μας. Συνειδητοποιώντας ότι η χριστιανική ενότητα δεν είναι απλώς αποτέλεσμα ανθρώπινων προσπαθειών, αλλά δώρο που προέρχεται από ψηλά, καλούμε όλα τα μέλη των Εκκλησιών μας – κληρικούς, μοναχούς, αφιερωμένους και λαϊκούς πιστούς – να επιδιώξουν με ζήλο την εκπλήρωση της προσευχής που ο Ιησούς Χριστός απηύθυνε στον Πατέρα: «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν, καθώς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί καγὼ ἐν σοί … ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ» (Ιω. 17,21).

Η ανάμνηση των 1700 χρόνων από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, που εορτάστηκε την παραμονή της συνάντησής μας, υπήρξε μια εξαιρετική στιγμή χάριτος. Η Σύνοδος της Νίκαιας, που πραγματοποιήθηκε το 325 μ.Χ., υπήρξε ένα γεγονός ενότητας. Σκοπός της σημερινής αναμνηστικής τιμής δεν είναι απλώς η ανάκληση της ιστορικής σημασίας της Συνόδου, αλλά η παρακίνηση να παραμείνουμε ανοιχτοί στον ίδιο Άγιο Πνεύμα που μίλησε μέσω της Νίκαιας, ενώ αντιμετωπίζουμε τις πολλές προκλήσεις της εποχής μας. Είμαστε βαθιά ευγνώμονες προς όλους τους ηγέτες και εκπροσώπους άλλων Εκκλησιών και εκκλησιαστικών κοινοτήτων που αποδέχθηκαν να συμμετάσχουν σε αυτό το γεγονός.

Εκτός από την αναγνώριση των εμποδίων που εμποδίζουν την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ όλων των Χριστιανών – εμποδίων που επιδιώκουμε να αντιμετωπίσουμε μέσω της πορείας θεολογικού διαλόγου – πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που μας ενώνει είναι η πίστη που εκφράζεται στο Σύμβολο της Πίστεως της Νίκαιας. Πρόκειται για τη σωτήρια πίστη στο πρόσωπο του Υιού του Θεού, αληθινού Θεού εκ Θεού αληθινού, ομοουσίου προς τον Πατέρα, ο οποίος για εμάς και για τη σωτηρία μας ενσαρκώθηκε και κατοίκησε ανάμεσά μας, σταυρώθηκε, πέθανε και ετάφη, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανελήφθη στους ουρανούς και θα έλθει πάλι για να κρίνει ζώντες και νεκρούς.

Με την έλευση του Υιού του Θεού, εισαγόμαστε στο μυστήριο της Αγίας Τριάδος – Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος – και καλούμαστε, εν Χριστώ, να γίνουμε τέκνα του Πατρός και συγκληρονόμοι του Χριστού διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Εφοδιασμένοι με αυτή την κοινή ομολογία, μπορούμε με αμοιβαίο σεβασμό να αντιμετωπίσουμε τις κοινές μας προκλήσεις και να εργαστούμε με ελπίδα για συγκεκριμένες λύσεις.

Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο εορτασμός αυτής της σημαντικής επετείου μπορεί να εμπνεύσει νέα και θαρραλέα βήματα στον δρόμο προς την ενότητα. Ανάμεσα στις αποφάσεις της, η Α΄ Σύνοδος της Νίκαιας καθόρισε και τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα, κοινής για όλους τους Χριστιανούς. Ευχαριστούμε τη θεία πρόνοια που φέτος ολόκληρος ο χριστιανικός κόσμος εόρτασε το Πάσχα την ίδια ημέρα. Είναι κοινή μας επιθυμία να συνεχίσουμε τη διαδικασία εξερεύνησης μιας πιθανής λύσης για να γιορτάζουμε μαζί την «Εορτή των Εορτών» κάθε χρόνο. Ελπίζουμε και προσευχόμαστε όλοι οι χριστιανοί να δεσμευτούν, «με κάθε σοφία και πνευματική κατανόηση», στη διαδικασία επίτευξης μιας κοινής ημερομηνίας εορτασμού της ενδόξου Αναστάσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Φέτος, τιμούμε επίσης την 60ή επέτειο της ιστορικής Κοινής Διακήρυξης των σεβάσμιων προκατόχων μας, του Πάπα Παύλου ΣΤ’ και του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, με την οποία έληξε η ανταλλαγή αφορισμών του 1054. Ευχαριστούμε τον Θεό που αυτή η προφητική πράξη ώθησε τις Εκκλησίες μας να συνεχίσουν «με πνεύμα εμπιστοσύνης, εκτίμησης και αμοιβαίας αγάπης τον διάλογο που, με τη βοήθεια του Θεού, θα οδηγήσει σε νέα συνύπαρξη […] σε εκείνη την πλήρη κοινωνία της πίστεως, της αδελφικής ομονοίας και της μυστηριακής ζωής που υπήρχε κατά τα πρώτα χίλια χρόνια της Εκκλησίας» (7 Δεκεμβρίου 1965).

Ταυτόχρονα, προτρέπουμε όσους εξακολουθούν να διστάζουν να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε μορφή διαλόγου, να ακούσουν τι λέει το Πνεύμα στις Εκκλησίες (πρβλ. Αποκ. 2,29), το οποίο, στις παρούσες ιστορικές συνθήκες, μας καλεί να παρουσιάσουμε στον κόσμο μια ανανεωμένη μαρτυρία ειρήνης, συμφιλίωσης και ενότητας.

Πεπεισμένοι για τη σημασία του διαλόγου, εκφράζουμε τη σταθερή υποστήριξή μας στο έργο της Μεικτής Διεθνούς Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία αυτή την περίοδο εξετάζει ζητήματα που ιστορικά θεωρούνταν διχαστικά. Μαζί με τον αναντικατάστατο ρόλο του θεολογικού διαλόγου, επαινούμε επίσης τα υπόλοιπα απαραίτητα στοιχεία της διαδικασίας αυτής: αδελφικές επαφές, προσευχή και κοινή δράση σε τομείς όπου υπάρχει ήδη δυνατότητα συνεργασίας.

Ενθαρρύνουμε όλους τους πιστούς – και ιδιαίτερα τον κλήρο και τους θεολόγους – να αγκαλιάσουν με χαρά τους καρπούς που έχουν ήδη επιτευχθεί και να εργασθούν για τη συνέχισή τους.

Ο σκοπός της χριστιανικής ενότητας περιλαμβάνει και τη συμβολή στην ειρήνη μεταξύ όλων των λαών. Από κοινού επικαλούμαστε θερμά το δώρο της ειρήνης του Θεού στον κόσμο μας. Δυστυχώς, σε πολλές περιοχές του κόσμου, συγκρούσεις και βία εξακολουθούν να καταστρέφουν ζωές. Καλούμε όσους έχουν πολιτικές και πολιτειακές ευθύνες να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για την άμεση παύση του πολέμου και ζητάμε από όλους τους ανθρώπους καλής θελήσεως να στηρίξουν αυτή την έκκληση.

Ιδιαιτέρως, απορρίπτουμε οποιαδήποτε χρήση της θρησκείας και του ονόματος του Θεού για να δικαιολογηθεί η βία. Πιστεύουμε ότι ο αυθεντικός διαθρησκευτικός διάλογος — μακριά από κάθε συγκρητισμό ή σύγχυση — είναι απαραίτητος για τη συνύπαρξη ανθρώπων διαφορετικών παραδόσεων και πολιτισμών. Έχοντας υπόψη την 60ή επέτειο της διακήρυξης Nostra Aetate, ενθαρρύνουμε όλους τους ανθρώπους καλής θέλησης να εργασθούν μαζί για έναν πιο δίκαιο και αλληλέγγυο κόσμο και για τη φροντίδα της δημιουργίας που μας εμπιστεύθηκε ο Θεός.

Αν και ανησυχούμε βαθιά για την παρούσα διεθνή κατάσταση, δεν χάνουμε την ελπίδα μας. Ο Θεός δεν θα εγκαταλείψει την ανθρωπότητα. Ο Πατέρας έστειλε τον Μονογενή Υιό Του για να μας σώσει, και ο Υιός του Θεού, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, μας χάρισε το Άγιο Πνεύμα, ώστε να γίνουμε κοινωνοί της θείας ζωής Του και να διαφυλάττουμε την ιερότητα του ανθρώπινου προσώπου. Μέσω του Αγίου Πνεύματος γνωρίζουμε και βιώνουμε ότι ο Θεός είναι μαζί μας.

Γι’ αυτό, εμπιστευόμαστε στην προσευχή μας κάθε ανθρώπινο ον – ιδίως όσους έχουν ανάγκη, όσους βιώνουν πείνα, μοναξιά ή ασθένεια. Επικαλούμαστε για κάθε μέλος της ανθρώπινης οικογένειας κάθε χάρη και ευλογία, ώστε «να ενθαρρυνθούν οι καρδιές τους […] ώστε να έχουν όλον τον πλούτο της πλήρους κατανόησης και της γνώσης του μυστηρίου του Θεού», που είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός (Κολ. 2,2).

Φανάρι, 29 Νοεμβρίου 2025


naftemporiki.gr