“Poetes maudits”, ή αλλιώς στα Ελληνικά οι «καταραμένοι ποιητές», αποτελούν ένα ξεχωριστό και αρκετά ιδιαίτερο κεφάλαιο της λογοτεχνικής και ποιητικής παράδοσης, το οποίο πρωτοεμφανίστηκε κατά τον 15ο αι. μ.Χ. και επισήμως κατοχυρώθηκε τέσσερις αιώνες αργότερα. Με τον προαναφερθέντα όρο, γίνεται αναφορά σε καλλιτέχνες εκκεντρικούς, που επιλέγουν να ζουν τη ζωή τους ελεύθερα, πέρα από κοινωνικά καλούπια, πέρα από συμβιβασμούς και καθωσπρεπισμούς. Συνήθως είναι βίαιοι, χρήστες ναρκωτικών, περιθωριακοί, σεξουαλικά αντισυμβατικοί, εμμονικοί με την ιδέα του θανάτου, εγκληματίες, αλκοολικοί και ψυχικά ανισόρροποι. Οι κύριοι εκπρόσωποι του παραπάνω «κινήματος» ήταν κυρίως Ευρωπαίοι, Γάλλοι, ενώ σημαντικοί ποιητές που ασπάστηκαν αυτόν τον τρόπο ζωής και γραφής εντοπίζονται και στον Ελλαδικό χώρο.

Πιο συγκεκριμένα, κλασικό παράδειγμα «καταραμένων ποιητών» αποτελεί το τρίπτυχο Baudelaire‎ – Verlaine – Rimbaud. Ο Charles Pierre Baudelaire υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ποιητές της γαλλικής, αν όχι της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Από τους Έλληνες «καταραμένους ποιητές» σίγουρα ξεχωρίζουν τα ονόματα των Παπανικολάου, Πολυδούρη, Λαπαθιώτη και Φιλύρα. Ο πρώτος, ο οποίος και έχασε τη ζωή του από χρήση υπερβολικής δόσης ναρκωτικών, ανέπτυξε σπουδαίο ποιητικό έργο κατά τον Μεσοπόλεμο, το οποίο και χαρακτηριζόταν από εσωτερικότητα, υπαινικτικό ύφος, υπερρεαλιστικά στοιχεία και συμβολισμούς. Η δεύτερη, ποιήτρια της νεορομαντικής σχολής, στρέφει το καλλιτεχνικό της ενδιαφέρον γύρω από δύο σημαντικούς πυλώνες, τον έρωτα και τον θάνατο, που συνδέεται με την αίσθηση του ανικανοποίητου. Διακρίνεται από συχνές ψυχολογικές μεταπτώσεις και βασική πηγή έμπνευσης για τα ποιήματά της είναι ο έρωτάς της για έναν άλλον, γνωστό, ποιητή. Ο τρίτος, ασχολήθηκε με την ποίηση, το δοκίμιο, τη μετάφραση, ακόμα και τη μουσική σύνθεση, πουθενά δεν φάνηκε να βρήκε, όμως, την παρηγοριά που έψαχνε και έτσι αυτοκτόνησε μετά από χρόνια χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών. Ξεκίνησε και αυτός το έργο του με νεορομαντικές επιρροές, όμως προς το τέλος παρατηρείται πως κυριαρχούν η μελαγχολία και η νοσταλγία. Τέλος, ο τέταρτος ποιητής, τρόφιμος ψυχιατρικής κλινικής, χρησιμοποιεί τη λυρικότητα και τη μουσικότητα, ενώ αναφέρεται στην πλειονότητα των έργων του στον εφήμερο χαρακτήρα των σαρκικών απολαύσεων, στην απογοήτευση και την εσωτερική θλίψη.

Με στοιχεία από: artigon.gr