
Η 21η του Μάρτη, η ημέρα της εαρινής ισημερίας, σηματοδοτεί την ιδιαιτερότητα μιας εποχής, της Άνοιξης, της αναγέννησης της Φύσης και την αέναη σύνδεση με όλα τα μυστήρια της ζωής.
Δυο χιλιάδες χρόνια πριν την έλευση του Χριστού, οι Βαβυλώνιοι έψαλλαν το Ενούμα Έλις, το Έπος της Δημιουργίας, με την απαγγελία να συνδέει τη δραματική αναπαράσταση του θανάτου και της Ανάστασης του θεού της βλάστησης. Οι Αιγύπτιοι υμνούσαν το θεικό ζευγάρι Ίσιδα και Όσιρις και γιόρταζαν το πέρασμα του φωτοδότη Ήλιου από το εαρινό ισημερινό σημείο, όπου ο ουράνιος Ισημερινός τέμνεται με την εκλειπτική. Η διάβαση, το πέρασμα από το σκοτάδι στο λυτρωτικό Φως, ο θάνατος και η Ανάσταση, η αίσθηση της Απελευθέρωσης μετά τη δουλεία, ο Αφανισμός (κάθοδος στον Άδη) και η δεύτερη Εύρεσις (η Άνοδος), πρώτα οι πένθιμοι Ψαλμοί για τη μαραμένη θεότητα του Άδωνη και ύστερα η έκρηξη στον αέρα φυτών από μάραθο, στάρι ή κριθάρι που πετούσαν οι γυναίκες της Ελλάδας και της Φοινίκης, μέσα από τις γλάστρες ή τα όστρακα, αναμένοντας την Ανάσταση του Ωραίου, πυροδοτώντας τη Χαρά της Άνοιξης, την ημέρα της εαρινής Ισημερίας, στη διάρκεια του Αττικού μήνα Ελαφηβολιώνα.
Ώσπου ήρθε ο Ποιητής. ¨Ω, γλυκύ μου Έαρ…¨ Με πόση θλίψη μα και πόση προσμονή Χαράς και ελπίδας, ταιριασμένα σμίξανε οι λέξεις…
Και μετά ήρθε κι άλλος ποιητής: ¨Την Άνοιξη αν δεν τη βρεις την φτιάχνεις/ναι, την φτιάχνεις./Κάθε φορά από την αρχή/Όλο και πιο ζωντανή/Όλο και πιο ποτισμένη….
Διότι, αν δεν κουβαλάς την Άνοιξη μέσα σου, πρέπει να μάθεις να την χτίζεις./Από το χειρότερο σκοτάδι στο πιο λαμπερό Φως¨.
«Ποίηση είναι όταν δύο λέξεις συναντιούνται για πρώτη φορά», λέει ένα ινδιάνικο ρητό.
«Ποίηση δεν είναι παρά ένας μεγεθυντικός φακός της πραγματικότητας» γράφει ο Νικηφόρος Βρεττάκος. Για τον Λόρκα κανένας ποιητής δεν ξέρει τι είναι ποίηση, ενώ για τον Μανώλη Αναγνωστάκη: «Η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας». Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι γράφει ότι: «Ποίηση είναι αυτό που συμβαίνει, όταν δεν μπορεί να συμβεί τίποτα άλλο».
Ποίηση είναι η επανάσταση στις λέξεις. Και όπως γράφει ο Μανώλης Αναγνωστάκης: «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. / Να μην τις παίρνει ο άνεμος…»
Ορίζεται, άραγε η ποίηση;
Διότι, όλοι οι ορισμοί έχουν ενδιαφέρον αλλά θα χρειαζόντουσαν ένα σωρό σελίδες για να τους αναφέρουμε
Επιλέξαμε να την ορίσει, τιμώντας έναν δικό μας Ηλείο Ποιητή, τον Γιώργη Παυλόπουλο, από τα “Αντικλείδια”:
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για να ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πρωινή