Στο πεδίο του πολιτισμού και πέρα από τα δεινά της Χούντας για τον ελληνικό λαό η επταετία για την ελληνική ιστορία είναι το απόλυτο μνημείο λογοκρισίας, στην μουσική, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στα σχολεία και στα πανεπιστήμια.

Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος χαρακτήριζε την περίοδο που ακολουθούσε μετά την επιβολή του πραξικοπήματος «Εποχή πνευματικού φωτός». Έτσι, λοιπόν, στις 12 Μαΐου του 1967 η κυβέρνηση αποφασίζει και διατάσσει να απαγορευθεί η κυκλοφορία 800 βιβλίων Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Το «πνευματικό φως» του Παπαδόπουλου δεν αφήνει περιθώρια στον Τολστόι, στην Σιμόν Ντε Μποβουάρ, στον Σολζενίτσιν, στον Σάρτρ, στον Αραγκόν, ακόμη και στον Μπαλζάκ. Ακόμη πιο εξωφρενική ήταν η λογοκρισία που υπέστη ο Αριστοφάνης και συγκεκριμένα το έργο του «Ειρήνη» ή ακόμη οι «Τρωάδες» και οι «Ικέτιδες» του Ευριπίδη, αλλά και ο «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου.

Την ίδια περίοδο «απαγορεύονται καθ’ άπασαν την Επικράτειαν και καθ’ οιονδήποτε τρόπον η μετάδοσις ή εκτέλεσις μουσικής και ασμάτων του κομμουνιστού Μίκη Θεοδωράκη», ενώ παίζεται από τα ραδιόφωνα σε εκτέλεση από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την Βίκυ Μοσχολιού ο «Ύμνος της Επαναστάσεως».

Την 1η Νοεμβρίου 1970 ο αρμόδιος για θέματα πολιτισμού Συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς παρατηρεί:

«Η διαφορά μεταξύ ζώου και ανθρώπου ευρίσκεται εις τούτο: ότι ο άνθρωπος αναπτύσσει πνευματικήν δραστηριότητα, ενώ τα ζώα περιορίζονται εις υλικάς ενεργείας υπαγορευομένας εκ των ενστίκτων».

Άλλη μια «πολιτιστική» προσφορά της Χούντας ήταν οι ατελείωτες τηλεοπτικές προβολές του Παπαδόπουλου και του Παττακού να χορεύουν Τσάμικα, να τσουγκρίζουν αυγά, να συμμετέχουν σε πανηγύρια με σούβλες και αρνιά.

Η ελληνική ιστορία γελοιοποιήθηκε όσο ποτέ άλλοτε με άρματα και παραστάσεις από φελιζόλ.

Και κάπως έτσι γεννήθηκε το κιτς της πολιτικής αλλά και η πολιτική του κιτς, βρίσκοντας πρόθυμους δέκτες για το “μάθημα” που τους έδωσε η δικτατορία.

Πηγή: www.phorum.gr