FOLLOW US: facebook twitter

Περί «τεκμαρτών» και άλλων εισοδημάτων

Ημερομηνία: 21-02-2017 | Συντάκτης:
Κατηγορίες: Νέα, Οικονομία

arhro-ilia-tzanetou-spiti-alla-eisodimata

Εξοχότατε κ. Πρωθυπουργέ

Αξιότιμοι κύριοι και κυρίες Υπουργοί και Βουλευτές.

Από το 1967 άρχισα να φτιάχνω ένα σπίτι, να στεγασθώ μαζί με τη γυναίκα μου και τα παιδιά μας, που αρχίσαμε να αποκτάμε από το 1963 και μετά και δε χωρούσαμε πια στο πατρικό. Ήμουν δάσκαλος στο χωριό μας και η γυναίκα μου οικοκυρά ή πιο εύστοχα μητέρα, αφού για μια δεκαπενταετία συνέχεια είχε μωρά. Πιστεύοντας ότι προσφέρω, αιματώνοντας την Πατρίδα, μεγαλώσαμε 9 παιδιά. Έτσι προέκυψε η ανάγκη δόμησης μεγάλης επιφάνειας. Μα δεν υπήρχε δυνατότητα οικονομική και αποφάσισα το πρόβλημα να λύσω με σταδιακή κατασκευή.

Το 1967 διαμόρφωσα το οικόπεδο και κατασκεύασα τα θεμέλια και το δάπεδο. Το 1968 κτιστήκανε οι τοίχοι με πέτρα, – με τσιμεντοκολώνες έβγαινε πιο μεγάλο κόστος, – και κατασκευάστηκε η πρώτη πλάκα. Το 1969 προστέθηκαν τα κουφώματα (πορτοπαράθυρα). Τα παράθυρα γινήκαν ξύλινα και οι πόρτες σιδερένιες. Το ίδιο έτος (1969), με ασοβάτιστους ακόμα τους τοίχους, κατοικήσαμε με χαρά το καινούργιο μας το σπίτι.

 Μεγάλωνε ο αριθμός των παιδιών, μεγάλωνε και η ηλικία τους  και μεγάλωναν μαζί τα έξοδα και οι υποχρεώσεις. Μόλις μετά 20 χρόνια περίπου μπόρεσα και προχώρησα στην κατασκευή δεύτερου ορόφου. Και προχωρούσα πάλι σταδιακά, μετά μακρά χρονικά διαστήματα, γιατί οι άλλες ανάγκες,- διατροφής, ενδύσεως, σπουδών, κ.λπ.- δεν επιδέχονταν αναβολή. Δάνειο ποτέ δεν πήρα. Δεν τόλμησα ποτέ να πάρω. Δεν ήθελα ποτέ μου να χρωστάω και τρόμαζα στη σκέψη μην αφήσω χρεωμένα τα παιδιά μας. Ανώφελο και αν αγανακτούσα που τα χρέωναν και τα χρεώνουν άλλοι. Έτσι προχωρώντας σταδιακά έκανα τις τελευταίες εργασίες το 2008, χωρίς να τελειώσουν όλες οι εργασίες στην κατασκευή αφού δεν υπάρχει δυνατότητα οικονομική και χωρίς να γίνεται κάποια συντήρηση σε ό,τι πρωτύτερα έχει κατασκευαστεί. Βεράντες, στηθαία, κολώνες (βεραντών), σκάλες, παραμένουν ασοβάτιστα και έτσι θα παραμένουν πάντα. Οι σοβάδες φτιαγμένοι από το 1970 οι πρώτοι και το 1987 οι δεύτεροι, ήδη φθαρμένοι, μαυρισμένοι, δεν ελαιοχρωματίστηκαν ποτέ ούτε και θα ελαιοχρωματιστούν. Τα ξύλινα κασώματα έχουν ζεβέψει και τείνουν να μην ακουμπούν καν στους τοίχους, και όσο θα περνούν τα χρόνια θα χειροτερεύουν.

Παρ’ όλα αυτά μας εξυπηρετεί στα βασικά αυτό το σπίτι. Την πολυτέλεια δεν τη φτάνουμε κι ούτε γι’ αυτό μας νοιάζει. Τα τρία απ’ τα παιδιά μας, – η γυναίκα μου πέθανε το 2000, – έχουνε δικό τους σπίτι, μα το ‘χουνε με δάνειο χρεωμένο. Τα άλλα έξι δεν έχουνε δικό τους σπίτι και εδώ έχουνε στέγη όταν δεν έχουνε δουλειά. Είναι εποχές που το σπίτι αυτό στεγάζει πάνω από 20 άτομα.

Αυτή είναι η πραγματικότητα για χιλιάδες οικογένειες και «δομημένες  επιφάνειες», καθώς την περιέγραψα πιο πάνω. Για μένα,- ίσως αυτό συμβαίνει και για χιλιάδες άλλους,- το εισόδημά μου είναι επακριβώς γνωστό και όχι τεκμαρτό. Η υποψία του «σοφού» του νομοθέτη, -(που την υιοθετήσατε και την ψηφίσατε),- ότι στα πολλά τετραγωνικά «δομημένη επιφάνεια», κρύβονται πολλά λεφτά, θυμίζει την παροιμία: «Βλάχο βλέπεις, τυρί βασταίνει».  Όμως υπάρχει και μια άλλη: «Στη μικρή λούφα κοιμάται μεγάλος λαγός».

Επανέρχομαι και τονίζω την αλήθεια την πραγματική που είναι αυτή: Δεν έχουμε κρυφά λεφτά. Δεν ξοδεύουμε για τις κατοικίες που πήρατε ως δεδομένο,  κρίνοντας ίσως εξ ιδίων τα αλλότρια και νομοθετήσατε άδικο και εξοντωτικό φορολογικό. Δεν έχω καταθέσεις. Δεν έχω στο σπίτι μου σεντούκια και χρηματοκιβώτια. Ας έχω το τεράστιο σπίτι, – που το ‘φτιαξα και μένει ατελείωτο όπως περιέγραψα πιο πάνω,- και πολλά παιδιά. Δε βγάζω χρήματα που υποθέτετε και τεκμαίρετε. Δεν ξοδεύουμε όλοι το ίδιο για σπίτια και παιδιά. Καθένας μας ξοδεύει,- δαπανά,- με τις δυνατότητές του αναλογικά. Τα σπίτια των φτωχών έχουν όμοια με τις βίλες, μόνο τα τετραγωνικά. Των πλουσίων οι ανάγκες και πολλές μπορούν να είναι και άμεσα να ικανοποιούνται. Των φτωχών όμως, αναγκαστικά είναι λίγες και μερικές (με τη στέγη σχετικές) περιμένουνε υπομονετικά και θα περιμένουνε παντοτινά. Όπως και το σπίτι το δικό μου, με τα πολλά τα τετραγωνικά, που δαπάνες τεκμαρτές δεν κάνει. Δεν υπάρχουν έσοδα κρυφά.

Δυστυχώς του νομοθέτη, το «σοφό» μυαλό, όρισε με νόμο , που εκύρωσε η βουλή, τα πολλά τα τετραγωνικά να ανεβάζουνε σε ύψη δυσθεώρητα το εισόδημα το «τεκμαρτό».  Μα ο πλούτος δεν υπάρχει σε όλα τα μεγάλα σπίτια. Όπως και πολλά μαλλιά  δε βρίσκεις ούτε και πολύ μυαλό σ’ όλα τα τρανά κεφάλια.

Η σύνταξη μικραίνει, το – αυθαίρετα στο ψέμα στηριγμένο – τεκμαρτό ανεβαίνει, και του φορολογούμενου απόγνωση του φέρνει. Είναι πασίγνωστο ότι τα πολλά λεφτά είναι στα ταμιευτήρια, στα χρηματοκιβώτια, στις τράπεζες εσωτερικού και εξωτερικού. Εκεί καταλήγουν όλα, «μαύρα» και «τεκμαρτά». Και ασφαλή να είναι και παραγωγικά. Και όσα δεν πηγαίνουν κατ’ ευθείαν στα ταμεία αυτά και επενδύονται αρχικά σε καράβια και σε σπίτια, αμάξια, εμπόριο κ.λπ.,- και άγνωστα δεν είναι φυσικά,- πάλι τα γεννήματά τους (ενοίκια, κέρδη κ.λπ.) στα ίδια ταμεία μπαίνουν να έχουν σιγουριά.

Είναι να θαυμάζει κανείς πόσο προνοητικά ψηφίστηκε ο νόμος,- και αυτός και άλλοι,- για τα «προσωπικά τα δεδομένα»! Για να προστατεύει, είπαν, την ιδιωτική ζωή!  Αποκρύψαν πως τους κάναν  να προστατεύουνε τη διαφθορά, τη ρεμούλα και την αρπαγή, να σιγουρεύουν τα κλεμμένα σε κρυψώνα ασφαλή.

Στ’ αλήθεια δεν το ξέρετε πού είναι τα λεφτά και ψάχνετε στα κουτουρά, επινοώντας ψεύτικα «τεκμαρτά», να μας αποπροσανατολίζετε και να μας βασανίζετε, σαδιστικά εξοντωτικά;  Έχετε κάνει λάθος. Είτε από φυγοπονία, – δε διαβάζετε τους νόμους που ψηφίζετε,- είτε από αδιαφορία για το δίκιο, – στοιχημένοι στην κομματική γραμμή. – είτε από άγνοια της Πατρίδας όπου ζούμε όλοι, πλούσιοι και φτωχοί.  Όποιο από τα πιο πάνω κι αν ισχύει, μοιάζετε σαν τους ιεροεξεταστές και τ’ αφεντικά τους και μας έχετε φέρει σε χειρότερη από του Γαλιλαίου θέση χωρίς ποτέ σε τίποτα να φταίξουμε πολλοί. Άλλοι εξωλέστατοι, – ασυλλόγιστα,- το χρέος στην Πατρίδα μας εβάνανε φουσκί.

Έχω χάσει την ηρεμία μου, βασανίζομαι ψυχικά, γιατί συκοφαντούμαι, κατηγορούμαι ψεύτικα και τιμωρούμαι άδικα και εξοντωτικά με υπόνοιες πως έκρυψα δαπάνες, για να μην πεθάνουνε τα τετραγωνικά της «δομημένης επιφάνειας». Μην επιμένετε άδικα σαν τον Κρέοντα, αλαζονικά, σε νόμους πιο άδικους από εκείνου. Μη συνεχίζετε άλλο το ίδιο βιολί, βάζοντας και αυξάνοντας εξωπραγματικά τεκμήρια, και προσαυξάνοντας στη συνέχεια τα ποσά σαν τον πονηρό εστιάτορα, που χρέωνε τη σαλάτα στους πελάτες κάνοντας έτσι το λογαριασμό:  τρεις το λάδι, τρεις το ξίδι, και έξι το ξιδόλαδο…..

Λένε πως η ελπίδα πεθαίνει τελευταία! Έτσι θα είναι, γιατί και σε μένα μένει ακόμα ζωντανή. Μα αν η σκέψη που μου βάνει, πως μπορεί αυτός ο νόμος να ψηφίστηκε από άγνοια, είν’ αληθινή, σύντομα θα φανεί.  Και σεις έχετε την υποχρέωση και τη δυνατότητα ώστε ο άδικος ο νόμος σας να διορθωθεί.

Ηλίας Τζανέτος

Συνταξιούχος Δάσκαλος

Το κείμενο αυτό, γράφτηκε τον Αύγουστο του 2012. Το δημοσιεύουμε γιατί πιστεύουμε ότι παραμένει πάντα επίκαιρο.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος